Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξάριον)

Ἁγιολόγιον - Δεκέμβριος 30
Ἡ Ἁγία Ἀνυσία, ἡ Ὁσιομάρτυς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα «ἡ ἀπὸ Καισαρίδος»
Ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος
Μνήμη τοῦ κόμη καὶ ἕξι στρατιωτῶν
Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ Ἀρχιμανδρίτης
Ὁ Ἅγιος Γεδεών ὁ Νέος Ὁσιομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἀνύσιος Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ἡ Ἁγία Ἀνυσία, ἡ Ὁσιομάρτυς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη
Ἡ Ἁγία Ἀνυσία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (298 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἦταν θυγατέρα γονέων εὐσεβῶν καὶ πολὺ πλουσίων. Ὅταν πέθαναν οἱ γονεῖς της, ἡ Ἀνυσία στάθηκε κυρία τοῦ ἑαυτοῦ της. Οὔτε τὰ πλούτη ποὺ κληρονόμησε τὴν μέθυσαν, οὔτε ἡ ὀρφάνια της τὴν παρέσυρε. Ἀλλὰ μὲ φρόνηση καὶ ἐγκράτεια, προσπαθοῦσε πάντα νὰ μαθαίνει «τί ἐστὶν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ». Τί δηλαδή, εἶναι εὐχάριστο καὶ εὐπρόσδεκτο στὸν Κύριο. Ἡ εὐσέβειά της αὐτή, τὴν ἔκανε γνωστὴ στοὺς εἰδωλολάτρες. Μία φορὰ λοιπόν, ἐνῷ πήγαινε στὴν ἐκκλησία, τὴν συνάντησε κάποιος εἰδωλολάτρης στρατιώτης. Ἀφοῦ τὴν ἔπιασε βίαια, τὴν ἔσυρε στοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων καὶ τὴν πίεζε νὰ θυσιάσει στοὺς Θεούς. Ἡ Ἀνυσία ὁμολόγησε ὅτι πιστεύει στὸν Ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, καὶ Αὐτὸν ἀγωνίζεται νὰ εὐχαριστεῖ κάθε μέρα. Ὁ στρατιώτης ἐξαγριωμένος, ἄρχισε νὰ βλασφημεῖ τὸ Θεὸ καὶ τότε ἡ Ἀνυσία τὸν ἔφτυσε στὸ πρόσωπο. Ντροπιασμένος αὐτός, ἔσυρε τὸ σπαθί του καὶ διαπέρασε τὰ πλευρά της. Ἔτσι ἡ Ἀνυσία, πῆρε τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα «ἡ ἀπὸ Καισαρίδος»
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου (717-741). Ἦταν ἀπὸ γένος λαμπρὸ καὶ ἐπίσημο, τὸν πατέρα της ἔλεγαν Θεόφιλο καὶ ἦταν πατρίκιος, τὴν δὲ μητέρα της Θεοδώρα. Ἡ Θεοδώρα ἦταν στεῖρα καὶ κατόπιν μεγάλης προσευχῆς πρὸς τὸ Θεό, ἀπέκτησε τὴν Ὁσία. Ὅταν ἡ κόρη Θεοδώρα ἔφτασε σὲ κατάλληλη ἡλικία, ἀφιερώθηκε στὴ Μονὴ τῆς Ἁγίας Ἄννας, τὴν ὀνομαζόμενη Ῥιγιδίου. Ἐκεῖ διέμενε ἀσκούμενη στὴν ἀρετή, μέχρι τὴν στιγμή, ποὺ ὁ βασιλιὰς Λέων τὴν ἅρπαξε ἀπὸ τὴν Μονὴ γιὰ νὰ τὴν δώσει γυναῖκα στὸν γιό του Χριστόφορο. Τὴν ἡμέρα ὅμως τοῦ γάμου, ὁ Χριστοφόρος ἐξεστράτευσε μαζί με τὸν πατέρα του κατὰ τῶν Σκυθῶν καὶ στὴ συμπλοκὴ σκοτώθηκε. Ἔτσι ἡ Θεοδώρα, ἀφοῦ πῆρε ὅσα πολύτιμα πράγματα εἶχε, ἐπέστρεψε στὴ Μονή της, ὅπου ἐκάρη μοναχή. Ἐκεῖ ἔζησε μὲ μεγάλη ἐγκράτεια καὶ σκληραγωγία καὶ ἀπεβίωσε μὲ ὁσιακὸ τρόπο.

Ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος
Μεταξὺ τῶν χριστιανῶν τῆς Νικομήδειας, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (286 μ.Χ.), διακρινόταν γιὰ τὸ μεγαλοπρεπὲς παράστημα καὶ τὴν ὡραιότητά του, νέος, ποὺ ὀνομαζόταν Φιλέταιρος (ἦταν γιὸς κάποιου ἔπαρχου Τατιανοῦ). Καὶ αὐτὸς μέν, οὔτε πρόσεχε καθόλου στὰ ἐξωτερικά του αὐτὰ χαρίσματα. Μία μόνο προσοχὴ καὶ προσπάθεια εἶχε, πὼς νὰ γίνεται ἀπὸ μέρα σὲ μέρα θεοσεβέστερος. Καὶ γι᾿ αὐτὸ πρόκοβε ὁλοένα στὴν ταπεινοφροσύνη, ξέροντας καλὰ ὅτι χωρὶς αὐτή, κάθε ἀρετὴ νοθεύεται καὶ ἐξαφανίζεται. Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως, ποὺ πρόσεχαν τὰ σωματικά του προτερήματα, τὸν θαύμαζαν καὶ τὸν σύστησαν στὸν Διοκλητιανό. Αὐτὸς τὸν κάλεσε μπροστά του καὶ τοῦ εἶπε, ὅτι θὰ τὸν κάνει βασιλικὸ ἀκόλουθο ἂν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Φιλέταιρος μὲ εὐγένεια ἀπάντησε, ὅτι ἦταν πρόθυμος νὰ ὑπηρετήσει τὸν βασιλιά, ἀλλὰ μὲ τὴν προύποθεση ὅτι θὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Διοκλητιανὸς δὲν κράτησε τὴν ὀργή του καὶ ἀφοῦ τὸν τιμώρησε τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Κατόπιν ὅταν ἀνέλαβε ὁ σκληρὸς Μαξιμιανός, ὁ Φιλέταιρος καταδιώχθηκε καὶ βασανίστηκε ποικιλοτρόπως. Διασώθηκε ὅμως καὶ πῆγε στὴ Νίκαια, ὅπου καὶ ἐκεῖ φανέρωσε τὴν πίστη του καὶ συνελήφθη. Ἀλλὰ τὰ λόγια του καὶ οἱ τρόποι του ἔκαναν χριστιανοὺς τοὺς φύλακες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν ἐλευθερώσουν καὶ νὰ τὸν συνοδέψουν μέχρι τὴν Μηδία. Ἐκεῖ, σ᾿ ἕνα ὄρος ἐπάνω, στὰ μέρη τῆς Σιγριανῆς, συνάντησαν ἕνα ἅγιο ἄνθρωπο τὸν Εὐβίοτο. Καὶ ὅλοι μαζὶ ἔζησαν στὸ ὄρος αὐτὸ μὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη, συμμελέτη καὶ συμπροσευχή.

Μνήμη τοῦ κόμη καὶ ἕξι στρατιωτῶν
Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστό, διὰ τοῦ Ἁγίου Φιλεταίρου καὶ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ Ἀρχιμανδρίτης
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Γεδεών ὁ Νέος Ὁσιομάρτυρας
Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάπουρνα τῆς Δημητριάδος (Νομὸς Μαγνησίας). Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του ὀνομαζόταν Αὐγερινὸς καὶ Κυράτζα. Ὁ Γεδεὼν, κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Νικόλαος. Δώδεκα χρονῶν, μὲ τὴν οἰκογένειά του ἦλθε στὸ χωριὸ Γιερμὴ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Βελεστίνο, ὅπου ἐργαζόταν κοντὰ στὸ θεῖο του. Τὸν ἅρπαξε ὅμως κάποιος Τοῦρκος καὶ τὸν ἐξισλάμισε μὲ τὸ ὄνομα Ἰμπραήμ. Ἀλλ᾿ ὁ Νικόλαος, κατόρθωσε καὶ δραπέτευσε καὶ ἐπανῆλθε στὴν οἰκογένειά του. Ὁ πατέρας του τὸν φυγάδευσε στὸ χωριὸ Κεραμίδι, ὅπου κοντὰ σὲ κάποιους οἰκοδόμους πῆγε στὴν Κρήτη. Ἐκεῖ ἐξομολογήθηκε σὲ κάποιο ἱερέα καὶ βρῆκε ἄσυλο στὸ ἐξωκλῆσι του. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἱερέα, ὁ Νικόλαος ἔφυγε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ πάλι ἐξομολογήθηκε, ἔλαβε τῶν ἀχράντων μυστηρίων καὶ στὴ Μονὴ Καρακάλου, ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Γεδεὼν. Στὴ Μονὴ αὐτὴ ἔμεινε 35 χρόνια. Μὲ τὸν πόθο ὅμως τοῦ μαρτυρίου, ἦλθε στὸ Βελεστίνο, ὅπου μέσα στὴν ἀγορὰ μὲ θάῤῥος ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Διωκόμενος ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἦλθε στὴν Ἀγυιά, ὅπου συνελήφθη. Οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ τὸν διαπόμπευσαν στοὺς δρόμους τοῦ Τιρνάβου, κατόπιν τοῦ ἔκοψαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔριξαν στὰ ἀποχωρητήρια. Ἐκεῖ, μέσα σὲ φρικτοὺς πόνους, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὶς 30 Δεκεμβρίου 1818. Ἡ τίμια κάρα τοῦ μάρτυρα ἀποθησαυρίστηκε στὴν ἁγία Τράπεζα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Τυρνάβου, Παναγίας Φανερωμένης.

Ὁ Ἅγιος Ἀνύσιος, Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης καὶ μαθητής, καθὼς καὶ διάδοχος τοῦ Ἅ(σ)χολίου, Ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης. Ἔπαιξε σημαντικὸ ῥόλο γιὰ τὴν δικαίωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ὁ Ἀνύσιος τοποθετήθηκε στὸν θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης, ὡς Βικάριος τοῦ Πάπα Δαμάσου, ὡς τὸ τέλος τοῦ θανάτου του τὸ 406 ἡ 407.

Ευγένιος Ροντιόνωφ, 19 χρονος νεομάρτυς των ημερών μας.

Νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ


O νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ ήταν στρατιώτης στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας επί επαράτου Γέλτσιν. Συνελήφθη από τσετσένους αντάρτες, βασανίστηκε,σφάχτηκε σαν αρνί και αποκεφαλίστηκε όταν αρνήθηκε να γίνει μουσουλμάνος και να πολεμήσει εναντίον της Ρωσίας, όπως είπε ο ίδιος ο δήμιος στη μητέρα του.
Αποκεφαλίστηκε το 1996 τη μέρα που γινόταν 19 ετών. Παρόλο ότι δεν μεγάλωσε σε ένα ευσεβές περιβάλλον δεν αποχωριζόταν ποτέ τον μικρό σταυρό που του είχε χαρίσει η γιαγιά του στα 11α γενέθλια του. Από αυτό τον μικρό σταυρό αναγνώρισε η μητέρα του το σώμα του που κειτόταν σε έναν ομαδικό τάφο μαζί με τρείς άλλους συστρατιώτες του. Για την γενναία άρνηση του να αποχωριστεί αυτό το σταυρό και να απαρνηθεί την πίστη στον Εσταυρωμένο εσφάγη ως αμνός στις 23 Μαϊου 1996. Η κομμένη κεφαλή του είχε ταφεί από τους ισλαμιστές αντάρτες σε άλλο σημείο.
Η τραγική μητέρα άρχισε να ψάχνει μόνη της για να βρεί το γιο της αμέσως μόλις έμαθε ότι ήταν αιχμάλωτος στα μέσα Φεβρουαρίου του 1996 και επι 9 συνεχείς μήνες. Πληροφορήθηκε ότι ήταν νεκρός τον Σεπτέμβριο του 1996. Τότε έβαλε υποθήκη το σπίτι της στη Μοσχα για να εξασφαλίσει χρήματα, απαραίτητα για τις συναλλαγές με τους αντάρτες και άρχισε να ψάχνει τον τόπο που ετάφη ο γιός της. Από την αρχή της αναζήτησης της ήλθε σε επαφή με τους ισλαμιστές αυτονομιστές,ταλαιπωρήθηκε πολύ και απειλήθηκε η ζωή της από μύριους κινδύνους αλλά τελικά κατάφερε να μιλήσει με τον ίδιο τον φονιά του γιου της, Ruslan Khaikhoroyev.

Αυτός της είπε ότι ο Ευγένιος είχε ευκαιρία να σώσει τη ζωή του αλλά αρνήθηκε να βγάλει τον σταυρό του και να γίνει μουσουλμάνος και ότι προσπάθησε μάλιστα να δραπετεύσει μια φορά.
Η μητέρα αρνείτο να πιστέψει ότι ο γιος της δεν ζει, ακόμα και όταν αναγνώρισε τις μπότες του κατά την εκταφή.Όταν είδε όμως τον μικρό σταυρό του στο ακέφαλο σώμα του δεν άντεξε και λιποθύμησε.
Τελικά κατάφερε καταβάλλοντας «λύτρα» να της επιτρέψουν να πάρει και να μεταφέρει τα νεκρά του Ευγένιου και των συντρόφων του στη Μόσχα όπου και έγινε η κηδεία.
Ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε πέντε μέρες μετά την ταφή τού γιού του.
Στο βίντεο εμφανίζεται και η μητέρα του, η οποία είναι πια γνωστή σε μεγάλα τμήματα του ρωσικού λαού ως «η μητέρα του Ευγένιου».
Η απόδοση τιμής στο πρόσωπο του αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο στην Ρωσία. Ηδη έχουν δημοσιευθεί βιβλία για την ζωή και το μαρτύριο του με την ευλογία τού μακαριστού πατριάρχου Αλεξίου του Β, υπάρχει μια εκκλησία επ ονόματι του, έχει γραφει ακολουθία και έχουν ιστορηθεί πολλές εικόνες του, κάποιες από τις οποίες μυροβλύζουν.
Βεβαίως η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο αλλά αναμένεται πως κάτι τετοιο δε θα αργήσει πολύ.


ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ:

ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΕ ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΥΠΕΡ ΗΜΩΝ

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2009

29 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξαριον)

Ἁγιολόγιον - Δεκέμβριος 29
Τὰ ἅγια Νήπια (περίπου 14.000) ποὺ ἐσφάγισαν μὲ διαταγὴ τοῦ Ἡρῴδη
Μνήμη πάντων τῶν Χριστιανῶν ποὺ πέθαναν μαρτυρικὰ γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ πείνα, δίψα, κρύο καὶ μαχαῖρι
Ὁ Ὅσιος Μάρκελλος
Ὁ Ὅσιος Θαδδαῖος ὁ Ὁμολογητής
Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα
Ὁ Ὅσιος Βενιαμίν
Ὁ Ὅσιος Ἀθηνόδωρος
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ἐπίσκοπος Νικομήδειας ποιητὴς ἀσματικῶν Κανόνων καὶ Τροπαρίων


Τὰ ἅγια Νήπια (περίπου 14.000) ποὺ ἐσφάγισαν μὲ διαταγὴ τοῦ Ἡρῴδη
Ὅταν οἱ Μάγοι δὲν ἐπέστρεψαν στὸν Ἡρῴδη νὰ τοῦ ποῦν ποῦ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ πονηρὸς αὐτὸς βασιλιὰς μηχανεύθηκε ἄλλο σχέδιο γιὰ νὰ ἐξοντώσει τὸ Θεῖο Βρέφος.Εἶχε ἀκούσει ὅτι, σύμφωνα μὲ τὶς Γραφές, τόπος γέννησης τοῦ Χριστοῦ θὰ ἦταν ἡ Βηθλεέμ. Ἐπειδὴ ὅμως δὲ γνώριζε ποιὸς ἦταν ὁ Ἰησοῦς, ἂν βρισκόταν μέσα στὴ Βηθλεὲμ ἢ στὰ περίχωρά της καὶ ἐπειδὴ συμπέρανε ὅτι τὸ παιδὶ θὰ ἦταν κάτω ἀπὸ δυὸ χρονῶν, ἔδωσε διαταγὴ νὰ σφαγοῦν ὅλα τὰ παιδιὰ τῆς Βηθλεὲμ καὶ τῶν περιχώρων της, μέχρι τῆς ἡλικίας τῶν δυὸ ἐτῶν. Ἡ σφαγὴ ἔγινε ξαφνικά, ὥστε νὰ μὴ μπορέσουν οἱ οἰκογένειες νὰ ἀπομακρυνθοῦν μὲ τὰ βρέφη τους. Καὶ οἱ δυστυχισμένες μητέρες εἶδαν νὰ σφάζονται τὰ παιδιὰ τοὺς μέσα στις ἴδιες τὶς ἀγκαλιές τους. Ἡ χριστιανικὴ Ἐκκλησία, πολὺ σωστὰ ἀνακήρυξε Ἅγια τὰ σφαγιασθέντα αὐτὰ παιδιά, διότι πέθαναν σὲ μία ἀθῴα ἡλικία καὶ ὑπῆρξαν κατὰ κάποιο τρόπο οἱ πρῶτοι μάρτυρες τοῦ χριστιανισμοῦ. Μπορεῖ βέβαια νὰ μὴ βαπτίσθηκαν ἐν ὕδατι, βαπτίσθηκαν ὅμως, μέσα στὸ ἴδιο εὐλογημένο αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους.
Μνήμη πάντων τῶν Χριστιανῶν ποὺ πέθαναν μαρτυρικὰ γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ πείνα, δίψα, κρύο καὶ μαχαῖρι
Αὐτὴν τὴν ἡμέρα ἡ Ἐκκλησία μας ὅρισε νὰ γιορτάζουμε τὴν μνήμη ὅλων τῶν χριστιανῶν, ποὺ μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ὀνόματά τους δὲν μᾶς εἶναι γνωστά. Ἡ γιορτὴ αὐτὴ μᾶς διδάσκει, ὅτι τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ὅμοιο μὲ τοῦ ἀνθρώπου. Διότι οἱ ἄνθρωποι, συνήθως δοξάζουν καὶ τιμοῦν αὐτοὺς ποὺ γίνονται γνωστοὶ καὶ διάσημοι, ἐνῷ ὁ Θεὸς βλέπει γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους, διάσημους καὶ ἄσημους, ἀρκεῖ ὅλοι νὰ πράττουν εὐσυνείδητα τὸ θέλημά του. Ἔτσι καὶ ὁ μικρότερος τῶν χριστιανῶν αὐτῶν, θὰ λάμψει ἀσύγκριτα περισσότερο ἀπὸ τοὺς πιὸ φαντασμένους καὶ ἀστραφτεροὺς βασιλεῖς τῆς γῆς, ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα τῆς τελικῆς δικαίωσης.

Ὁ Ὅσιος Μάρκελλος
Πέτυχε στὴ ζωή του διότι μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατάλαβε ὅτι οἱ κοσμικὲς λαμπρότητες φαίνονται καὶ ἀφανίζονται ὅπως τὰ ἄνθη. Καὶ εἶχε τὴν πεποίθεση ὅτι ζωὴ ἀληθινὴ καὶ κερδισμένη εἶναι μόνο ἐκείνη, ποὺ ἀφιερώνεται στὴν ὑπηρεσία τοῦ καλοῦ, ἐπάνω στὸ δρόμο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Μάρκελλος ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα, ἐπὶ πατριαρχείας Γενναδίου τοῦ Α´ (458-471) καὶ βασιλέως τοῦ Λέοντα Α´ τοῦ Μακέλλη. Ἡ καταγωγὴ τοῦ Μάρκελλου ἦταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ ἡ οἰκογένειά του ἦταν ἀρκετὰ πλούσια. Ἐπειδὴ οἱ γονεῖς του ἀγαποῦσαν τὰ γράμματα, στόλισαν τὸ γιό τους μὲ πολλὴ παιδεία. Ἀλλ᾿ ἡ καρδιὰ τοῦ νέου, εἶχε μέσα της ζωηρὴ καὶ ἀκοίμητη τὴν φλόγα τῆς εὐσέβειας. Τὰ κοσμικὰ ἀξιώματα δὲν τὸν ἐνδιέφεραν. Μὲ τέτοιες διαθέσεις πῆγε στὴν Ἔφεσο, ὅπου μπῆκε σὲ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχός. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴ Μονὴ Ἀκοίμητων, ὅπου ἡγούμενος ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος. Ἐκεῖ, γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὶς ἀρετές του καὶ ἀγαπήθηκε πολὺ ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς, γιὰ τὴν ταπεινοφροσύνη ποὺ διατηροῦσε, ἂν καὶ ἦταν ἄνθρωπος μελέτης καὶ μεγάλης διανοητικῆς ἀξίας. Ἀφοῦ πέθανε ὁ ἡγούμενος Ἀλέξανδρος καὶ ὕστερα ὁ διάδοχός του Ἰάκωβος, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐκτίμηση τῶν ἀδελφῶν, ἀνέδειξε ἡγούμενο τὸν Μάρκελλο. Ἡ διοίκησή του ἦταν ἄριστη. Σύμφωνα μὲ ἄλλη γνώμη, τὴ μονὴ Ἀκοιμήτων εἶχε κτίσει αὐτὸς ὁ Ὅσιος Μάρκελλος, πιθανῶς στὴ θέση τοῦ σημερινοῦ Τσιμπουκλί. Ἔτσι μὲ αὐτὴν τὴ θεία καὶ ὁσία ζωή του κοιμήθηκε καὶ ἀναπαύτηκε ὁ Μάρκελλος στὴ Μονή του.

Ὁ Ὅσιος Θαδδαῖος ὁ Ὁμολογητής
Ἦταν Σκύθης καὶ ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτη, στὴ Μονὴ τοῦ ὁποίου ὁ Θαδδαῖος ἔγινε μοναχὸς καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση. Κάποτε λοιπόν, ὅταν συνόδευε στ᾿ ἀνάκτορα τὸν ἡγούμενό του Θεόδωρο, ἤλεγξε τὸν βασιλιὰ Μιχαὴλ (820-829) (ὁ Μ. Γαλανὸς ἀναφέρει τὸν Λέοντα τὸν Ε´) μπροστὰ στὴ σύγκλητο γιὰ τὴν ἀσέβειά του ἀπέναντι στὶς ἱερὲς εἰκόνες. Τότε ὁ Βασιλιὰς τὸν ἐξανάγκαζε νὰ ποδοπατήσει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, πρᾶγμα ποὺ ὁ Ὅσιος ὄχι μόνο δὲν ἔπραξε, ἀλλὰ ἀποκάλεσε τὸν βασιλιᾶ πληρωμένο τύραννο καὶ ἀκάθαρτο. Τότε βασανίστηκε σκληρά, σύρθηκε ἀπὸ τὰ πόδια στοὺς δρόμους τῆς πόλης, ὁπότε μετὰ τρεῖς μέρες πέθανε.

Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα
«πλησίον τοῦ Χαλκοῦ Τετραπύλου».

Ὁ Ὅσιος Βενιαμίν
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Ἅγιος Νικόδημος, ἀναφέρει ὅτι πέθανε ἀπὸ ὑδρωπικία καὶ ὅτι στὸν Εὐεργετινὸ ὑπάρχει ἀπόφθεγμά του.

Ὁ Ὅσιος Ἀθηνόδωρος
Στὸν Κώδικα 1578 τῶν Παρισίων, ὁ Ἀθηνόδωρος συνοδεύεται καὶ ἀπὸ ἄλλους ὁσίους πατέρες, τοὺς Βαβύλα καὶ Βενιαμίν. Πάντως ἦταν ἀσκητής, (ἄγνωστο πού) καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ἐπίσκοπος Νικομήδειας ποιητὴς ἀσματικῶν Κανόνων καὶ Τροπαρίων
Ἔζησε στὴ θορυβώδη καὶ μεγάλη γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἐποχὴ τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου (857-891), μὲ τὸν ὁποῖο καὶ διατηροῦσε ἀλληλογραφία. Σύνθεσε δυὸ ἐγκώμια στὴ γιορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου καὶ μελοποίησε τὴν Ἀκολουθία τους. Μελοποίησε ἐπίσης τὸν προεόρτιο Κανόνα στὸν Εὐαγγελισμό, καθὼς καὶ ἄλλους Κανόνες στὴ Θεοτόκο. Συνέγραψε μάλιστα καὶ πανηγυρικοὺς λόγους, ὅπως στὰ Εἰσόδια, στὴ σύλληψη τῆς Ἁγίας Ἄννας καὶ στὸ «Εἰστήκεισαν παρὰ τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ». (Στοιχεῖα τῆς βιογραφίας του συγχέονται μ᾿ αὐτὰ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἐπισκ. Ἀμάστριδος, κυρίως ὅσον ἀφορᾷ τὴν ποίηση τῶν ἀσματικῶν Κανόνων. Ἴσως βέβαια, νὰ συμβαίνει καὶ τὸ ἀντίθετο).

Ασφάλειες και... ανασφάλεια(Λογοι γερ.Παϊσιου)


Ασφάλειες και... ανασφάλεια



Σήμερα ο κόσμος γέμισε ασφάλειες-ανασφάλειες, αλλά, για να είναι απομακρυσμένος από τον Χριστό, νιώθει την μεγαλύτερη ανασφάλεια. Σε καμμιά εποχή δεν υπήρχε η ανασφάλεια που έχουν οι σημερινοί άνθρωποι. Και επειδή δεν τους βοηθούν οι ανθρώπινες ασφάλειες, τρέχουν τώρα να μπουν στο καράβι της Εκκλησίας, για να νιώσουν πνευματική ασφάλεια, γιατί βλέπουν ότι το κοσμικό καράβι βούλιαξε. Αν όμως δουν ότι και στο καράβι της Εκκλησίας μπαίνει λίγο νερό, ότι και εκεί έχουν πιασθή από το κοσμικό πνεύμα και δεν υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, τότε θα απογοητευθούν οι άνθρωποι, γιατί δεν θα έχουν μετά από που να πιασθούν.
Ο κόσμος υποφέρει, χάνεται και δυστυχώς είναι αναγκασμένοι όλοι οι άνθρωποι να ζουν μέσα σ' αυτήν την κόλαση του κόσμου. Νιώθουν οι περισσότεροι μια μεγάλη εγκατάλειψη, μια αδιαφορία -ιδίως τώρα- από παντού. Δεν έχουν από που να κρατηθούν. Είναι αυτό που λένε: “Ο πνιγμένος απ' τα μαλλιά του πιάνεται”. Αυτό δείχνει ότι ο πνιγμένος ζητάει από κάπου να πιασθή, να σωθή. Βλέπεις, το καράβι βουλιάζει και ο άλλος πάει να πιασθή από το κατάρτι. Μα, αφού το καράβι κινδυνεύει να βουλιάξη, δεν σκέφτεται ότι και το κατάρτι θα βουλιάξη. Πιάνεται από το κατάρτι και βουλιάζει πιο γρήγορα! Θέλω να πω ότι οι άνθρωποι ζητούν κάπου να ακουμπήσουν, από κάπου να πιασθούν. Και αν δεν έχουν πίστη να ακουμπήσουν σ' αυτήν, αν δεν εμπιστευθούν στον Θεό, ώστε να εγκαταλείψουν τελείως τον εαυτό τους σ' Αυτόν, θα βασανίζωνται. Μεγάλη υπόθεση η εμπιστοσύνη στον Θεό!
Τα χρόνια που περνούμε είναι πολύ δύσκολα και πολύ επικίνδυνα, αλλά τελικά θα νικήσει ο Χριστός. Θα δήτε πως θα εκτιμήσουν την Εκκλησία. Αρκεί εμείς να είμαστε σωστοί. Θα καταλάβουν ότι αλλιώς δεν γίνεται χωριό. Και οι πολιτικοί έχουν πλέον καταλάβει ότι, αν κάποιοι μπορούν να βοηθήσουν τώρα σ' αυτό το τρελλοκομείο που έχει γίνει ο κόσμος, αυτοί είναι οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Μη σας φαίνεται παράξενο! Οι πολιτικοί μας σήκωσαν τα χέρια. Ήρθαν στο Καλύβι μερικοί και μου είπαν: “Οι καλόγεροι πρέπει να κάνουν ιεραποστολή, αλλιώς δεν γίνεται”. Δύσκολα χρόνια! Αν γνωρίζατε σε τι κατάσταση βρισκόμαστε και τι μας περιμένει!...

Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009

25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξαριον)

25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, η Προσκύνηση των Μάγων, Μνήμη των Ποιμένων

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (Εορτή Χρήστος, Χρύσα)

Αυτή τη μέρα η αγία Εκκλησία μας γιορτάζει το μεγάλο και ανερμήνευτο γεγονός της κατά σάρκα γεννήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού από την Υπεραγία Θεοτόκο. Μετά τον Ευαγγελισμό της Παρθένου Μαρίας από τον αρχάγγελο Γαβριήλ και ενώ πλησίαζε ο καιρός να τελειώσουν οι εννιά μήνες από την υπερφυσική σύλληψη του Χριστού στην παρθενική της μήτρα, ο Καίσαρ Αύγουστος διέταξε απογραφή του πληθυσμού του ρωμαϊκού κράτους. Τότε ο Ιωσήφ μαζί με τη Θεοτόκο, ξεκίνησαν για τη Βηθλεέμ, για να απογραφούν εκεί. Επειδή όμως είχε πλησιάσει ο καιρός να γεννήσει η Παρθένος και δεν έβρισκαν κατοικία να καταλύσουν, διότι είχε μαζευτεί πολύς λαός στη Βηθλεέμ, μπήκαν σε ένα φτωχικό σπήλαιο. Εκεί η Θεοτόκος γέννησε τον Κύριο Ιησού Χριστό και σπαργάνωσε σαν βρέφος τον Κτίστη των απάντων. Έπειτα Τον έβαλε επάνω στη φάτνη των αλόγων ζώων, διότι "έμελλε να ελευθέρωση ημάς από την αλογίαν", όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Από τότε, όλοι οι πιστοί χριστιανοί με χαρά ψάλλουν τον ύμνο των αγγέλων εκείνης της νύκτας: "Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία". Δόξα δηλαδή, ας είναι στο θεό, που βρίσκεται στα ύψιστα μέρη του ουρανού και στη γη ολόκληρη, που είναι ταραγμένη από την αμαρτία ας βασιλεύσει η θεία ειρήνη, διότι ο Θεός έδειξε την αγάπη Του στους ανθρώπους με την ενανθρώπηση του Υιού Του. Να σημειώσουμε εδώ, ότι η γιορτή των Χριστουγέννων καθιερώθηκε για πρώτη φορά την 25η Δεκεμβρίου του 397 επί πατριαρχείας Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Κατ' άλλους ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος, χώρισε τις δύο γιορτές των Φώτων και των Χριστουγέννων, οι οποίες παλιότερα γίνονταν την ίδια μέρα, δηλαδή την 6η Ιανουαρίου.
Απολυτίκιο. Ήχος δ’.Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω, το φως το της γνώσεως, εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο, σε προσκυνείν, τον Ήλιον της δικαιοσύνης, και σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν. Κύριε δόξα σοι
Κοντάκιον. Ήχος γ’. Αυτόμελον. Ποίημα Ρωμανού του Μελωδού
Η Παρθένος σήμερον, τον υπερούσιον τίκτει, και η γη το Σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει. Άγγελοι μετά Ποιμένων δοξολογούσι. Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι. Δι’ ημάς γάρ εγεννήθη, Παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός.

Η Προσκύνηση των Μάγων

Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον Κεφάλαιο Β' στίχοι 1 έως 12:
Τού Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ τής Ιουδαίας, εν ημέραις Ηρώδου τού βασιλέως, ιδού, μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα, λέγοντες, πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων, είδομεν γάρ αυτού τον, αστέρα εν τη ανατολή, και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ. Ακούσας δε Hρώδης ο βασιλεύς εταράχθη, και πάσα Ιεροσόλυμα μετ' αυτού. Και συναγαγών πάντας τούς αρχιερείς και γραμματείς τού λαού, επυνθάνετο παρ' αυτών που ο Χριστός γεννάται. Οι δε είπον αυτώ, εν Βηθλεέμ τής Ιουδαίας, ούτω γάρ γέγραπται διά τού προφήτου, και συ, Βηθλεέμ γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα, εκ σού γάρ εξελεύσεται ηγούμενος, όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ. Τότε Ηρώδης, λάθρα καλέσας τούς μάγους, ηκρίβωσε παρ' αυτών τον χρόνον τού φαινομένου αστέρος. Και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε, πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί τού παιδίου, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ. Οι δε ακούσαντες τού βασιλέως επορεύθησαν, και ιδού, ο αστήρ, όν είδον εν τη ανατολή, προήγεν αυτούς, έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον. Ιδόντες δέ τόν αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα. Και ελθόντες εις την οικίαν, είδον το παιδίον μετά Μαρίας τής μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τούς θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν. Και χρηματισθέντες κατ' όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην, δι' άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών. Αναχωρησάντων των Μάγων, ιδού, άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ' όναρ τω Ιωσήφ, λέγων, εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και φεύγε εις Αίγυπτον, και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι, μέλλει γάρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον, τού απολέσαι αυτό. Ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον, και ην εκεί έως τής τελευτής Ηρώδου, ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό τού Κυρίου διά τού προφήτου, λέγοντος, εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου. Τότε Ηρώδης, ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων, εθυμώθη λίαν, και αποστείλας ανείλε πάντας τούς παίδας τούς εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής, από διετούς και κατωτέρω, κατά τον χρόνον όν ηκρίβωσε παρά των μάγων. Τότε επληρώθη το ρηθέν διά Ιερεμίου τού προφήτου, λέγοντος, φωνή εν Ραμά ηκούσθη, θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς, Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής, και ουκ ήθελε παρακληθήναι, ότι ουκ εισί. Τελευτήσαντος δε τού Ηρώδου, ιδού άγγελος Κυρίου κατ' όναρ φαίνεται τω Ιωσήφ εν Αιγύπτω, λέγων, Εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού, και πορεύου εις γην Ισραήλ, τεθνήκασι γάρ οι ζητούντες την ψυχήν τού παιδίου. Ο δε εγερθείς παρέλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ. Ακούσας δε ότι Αρχέλαος βασιλεύει επί τής Ιουδαίας αντί Ηρώδου τού πατρός αυτού, εφοβήθη εκεί απελθείν, χρηματισθείς δε κατ' όναρ, ανεχώρησεν εις τα μέρη τής Γαλιλαίας, και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέθ, όπως πληρωθή το ρηθέν διά των προφητών ότι Ναζωραίος κληθήσεται.

Μνήμη των Ποιμένων, που είδαν τον Κύριο Ιησού Χριστό
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Κεφάλαιο Β' στίχοι 1 έως 20:
Εν ταις ημέραις εκείναις, εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου, απογράφεσθαι πάσαν τήν οικουμένην. Αύτη η απογραφή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος τής Συρίας Κυρηνίου. Καί επορεύοντο πάντες απογράφεσθαι, έκαστος εις την ιδίαν πόλιν. Ανέβη δε και Ιωσήφ από τής Γαλιλαίας, εκ πόλεως Ναζαρέθ, εις την Ιουδαίαν, εις πόλιν Δαβίδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ, διά το είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαβίδ, απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί, ούση εγκύω. Εγένετο δε εν τω είναι αυτούς εκεί, επλήσθησαν αι ημέραι τού τεκείν αυτήν, καί έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν, και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη, διότι ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι. Και ποιμένες ήσαν εν τη χώρα τη αυτή αγραυλούντες και Φυλάσσοντες φυλακάς της νυκτός επί την ποίμνην αυτών. Και ιδού άγγελος Κυρίου επέστη αυτοίς, και δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αυτούς. Και εφοβήθησαν φόβον μέγαν. Και είπεν αυτοίς ο άγγελος, Μη φοβείσθε, ιδού γάρ, ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ. Ότι ετέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ, ος εστί Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαβίδ. Και τούτο υμίν το σημείον, ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν τη φάτνη. Και εξαίφνης εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου, αινούντων τον Θεόν, και λεγόντων, δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία. Και εγένετο ως απήλθον απ' αυτών εις τον ουρανόν οι άγγελοι, και οι άνθρωποι οι ποιμένες είπον προς αλλήλους, Διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ, και ίδωμεν το ρήμα τούτο το γεγονός ο Κύριος εγνώρισεν ημίν. Και ήλθον σπεύσαντες, και ανεύρον, την τε Μαριάμ και τον Ιωσήφ, και το βρέφος κείμενον εν τη φατνη. Ιδόντες δε διεγνώρισαν περί τού ρήματος τού λαληθέντος αυτοίς περί τού παιδίου τούτου. Και πάντες οι ακούσαντες εθαύμασαν περί των λαληθέντων υπό των Ποιμένων προς αυτούς, η δε Μαριάμ πάντα συνετήρει τα ρήματα ταύτα, συμβάλλουσα εν τη καρδία αυτής. Και επέστρεψαν οι ποιμένες, δοξάζοντες και αινούντες τον Θεόν επί πάσιν οις ήκουσαν και είδον, καθώς ελαλήθη προς αυτούς.

Φέτος ας επιτρέψουμε στο άστρο των Χριστουγέννων να θερμάνει την ψυχή μας και να τη μετατρέψει σε νοητή φάτνη που θα υποδεχθεί τον γεννηθέντα Χριστό.

Χρόννια Πολλά!

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009

Ένας ακόμη ιερέας δολοφονήθηκε χθες στη Μόσχα



Ένας ακόμη ιερέας δολοφονήθηκε χθες στη Μόσχα Τετάρτη, 23 Δεκέμβριος 2009 Συντάχθηκε απο τον/την Romfea.gr - ΑΠΕ 13:09


Ένας ιερέας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δολοφονήθηκε χθες, Τρίτη μέσα στην πολυκατοικία όπου διέμενε στην ανατολική Μόσχα, ενώ προσπαθούσε να ηρεμήσει μια ομάδα μεθυσμένων ανδρών, ανακοίνωσε σήμερα η διερευνητική επιτροπή της εισαγγελίας της Ρωσίας.
Το βράδυ της Τρίτης, ένας άνδρας "πυροβόλησε τον ορθόδοξο ιερέα Αλεξάντρ Φιλιπόφ που είχε βγει από το διαμέρισμά του προκειμένου να ηρεμήσει την ομάδα των μεθυσμένων ανδρών", αναφέρεται στην ανακοίνωση της επιτροπής.
"Ο ιερέας υπέκυψε στα τραύματά του, λίγο μετά τον πυροβολισμό", μέσα στην πολυκατοικία και ο δράστης τράπηκε σε φυγή. Ο φερόμενος ως δολοφόνος 'Ολεγκ Τσέχοφ, που έχει ήδη καταδικαστεί για ανθρωποκτονία, συνελήφθη μερικές ώρες αργότερα, σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Στις 19 Νοεμβρίου ένας άλλος ορθόδοξος ιερέας ο οποίος τηρούσε επικριτική στάση απέναντι στο Ισλάμ, τις αιρέσεις και τους υπερεθνικιστές, δολοφονήθηκε μέσα στην εκκλησία όπου λειτουργούσε στη νότια Μόσχα.
Τέλος, να σημειωθεί, ότι ο π. Αλεξάντερ Φιλιπόφ είχε τρεις κόρες.

Μήνυμα Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου για τα Χριστούγεννα


Μήνυμα Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου για τα Χριστούγεννα Τρίτη, 22 Δεκέμβριος 2009 Συντάχθηκε απο τον/την Romfea.gr - 17:41
O Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.
Ιερώνυμος στο χριστουγεννιάτικο μήνυμά του αναφέρεται στην απογοήτευση που επικρατεί γύρω μας και μας πληγώνει. Προβλήματα και οδύνες μαστίζουν κάθε γωνιά της γης, σημειώνει ο αρχιεπίσκοπος, ο οποίος όμως τονίζει ιδιαίτερα το χριστουγεννιάτικο μήνυμα ελπίδας. Γιατί, όπως σημειώνει, Χριστούγεννα σημαίνει ότι τίποτα πια, καμιά θλίψη, δυσκολία, τραγωδία δεν μπορεί να αφανίσει την ελπίδα, που αναδύεται από τη φάτνη του νεογέννητου Χριστού.

Το σημαντικό μήνυμα της ελπίδας, όπως επισημαίνει, δεν θα πρέπει να χάνεται "μέσα σε πλαστικοποιημένες και κενές νοήματος τάχα γιορταστικές αποφάσεις".

Χριστούγεννα, τονίζει ο αρχιεπίσκοπος, σημαίνει ότι η δυνατότητα της χαράς δεν έχει χαθεί από τον κόσμο.

Το πλήρες μήνυμα του αρχιεπισκόπου έχει ως εξής:

"Αδελφοί καί τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Οπου κι αν στρέψουμε τό βλέμμα στον τόπο μας και στην Οικουμένη ολόκληρη είναι εύκολο να νοιώσουμε το αγκάθι της απογοήτευσης να μας πληγώνει. Τα απανταχού της γης ειδησεογραφικά δεδομένα είναι αψευδείς καθημερινοί μάρτυρες των προβλημάτων και των οδυνών πού μαστίζουν κάθε γωνιά της γης.

Εν μέσω των θλίψεων και των δοκιμασιών που μοιάζουν να απειλούν ακόμη και τη φυσική επιβίωση του πλανήτη μας και των κατοίκων του νοιώθω βαθιά την ευθύνη και έντονη την επιθυμία να υπενθυμίσω στεντορία τη φωνή σε όλους και στον καθένα προσωπικά ότι ο Θεός μας αγαπά.

Ο Θεός μας αγαπά όλους ανεξαιρέτως και κανείς δεν στερείται του δικαιώματος στην ελπίδα.

Η ακλόνητη βεβαιότης ότι ο Θεός είναι παρών στή ζωή μας και μας αγαπά δεν στηρίζεται σε υποθέσεις, θεωρίες και φιλοσοφικούς στοχασμούς. Η μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων φανερώνει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την έμπρακτη και απέραντη αγάπη του Θεού για εμάς, διότι «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον Υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον ίνα ζήσωμεν δι΄ Αυτού» (?ωαν. 4, 9).

Η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού αποκαλύπτει με τον πιο άμεσο, τιν πιό ορατό, τον πιό φιλάνθρωπο και αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι ``ο Θεός αγάπη εστίν`` (?ωαν. 4, 8).

Χριστούγεννα σημαίνει ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος ``ίνα θεώση τον άνθρωπον``. Σημαίνει ότι ο Θεός ήρθε να ενωθεί με την ανθρωπότητα και να είναι για κάθε άνθρωπο και για όλους ο Εμαννουήλ ``ό έστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός» (Ματθ. 1, 23). Ηρθε να μοιραστεί τον πόνο και την αγωνία μας και να μας λυτρώσει απ? αύτά και από όσα άλλα προσπαθούν να επιβάλλουν την εξουσία του θανάτου επί της ζωής. Ηρθε ``και εσκήνωσεν εν ημίν`` (Ιωαν. 1, 14). Ηρθε, έμεινε και θα παραμένει μεθ? ημίν ``πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος`` (Ματθ. 28, 20).

Χριστούγεννα σημαίνει ότι τίποτα πιά, καμιά θλίψη, καμιά δυσκολία, καμιά τραγωδία δεν μπορεί να αφανίσει την ελπίδα, δεν μπορεί να υπερνικήσει τη βεβαιότητα ότι στό τέλος θα επικρατήσουν η αλήθεια και η αγάπη στη ζωή του κόσμου. Τίποτα δεν μπορεί να νικήσει την ελπίδα που γεννά η επίγνωση ότι ο Χριστός γεννήθηκε για να μας λυτρώσει από την αμαρτία και το θάνατο.

Δεν είναι κρίμα λοιπόν τό μήνυμα της ελπίδας που αναδύεται από τη φάτνη του νεογέννητου Χριστού να χάνεται μέσα σε πλαστικοποιημένες και κενές νοήματος τάχα γιορταστικές αποδράσεις; Δεν είναι κρίμα οι απανταχού της γης άρχοντες να αποφασίζουν για τη ζωή του κόσμου, αλλά και ο καθένας μας για τη δική του ζωή, σαν να μην γεννήθηκε ο Χριστός;

Δεν έχουμε πιά το δικαίωμα να ζούμε σαν να μην έχουμε δει να επαληθεύεται έμπρακτα και οδυνηρά το γεγονός ότι, όπου εξορίζεται ο Χριστός από τή ζωή μας και περιφρονείται το Ευαγγέλιό Του, εκεί επικρατούν η αδικία, η αλαζονεία, η καταπίεση, η απληστία, η εκμετάλλευση, η υποκρισία και η απαξίωση του ανθρώπου. Και τότε κάνουν την εμφάνισή τους οι ποικίλες τραγικές συνέπειες: τα μίση, οι πόλεμοι, η εκμετάλλευση και εξουθένωση των φτωχών και των αδυνάτων, οι οικονομικές κρίσεις, οι οικολογικές καταστροφές και άλλα πολλά, που αποδεικνύουν ότι η επικράτηση της αμαρτίας δεν είναι άμοιρη συνεπειών για τον άνθρωπο.

Χριστούγεννα σημαίνει ότι το σκοτάδι της αμαρτίας που γεννά την αδικία καί απανθρωπίζει τον άνθρωπο διαλύεται στο φως που ακτινοβολεί η ανατολή του ``ηλίου της Δικαιοσύνης``. Σημαίνει ότι ο άνθωπος μπορεί να ξαναβρεί τις αληθινές διαστάσεις της ανθρωπιάς και της αγιότητας. Σημαίνει ότι η δυνατότητα της χαράς δεν έχει χαθεί από τόν κόσμο.

Επιτρέψτε μου λοιπόν να απευθύνω στην αγάπη σας τά ίδια λόγια που άκουσαν οι ποιμένες της Βηθλεέμ από τα χείλη του αγγέλου: ``Μη φοβείσθε? ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ ότι ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ, ός έστιν Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαυίδ. Και τούτο υμίν το σημείον? ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν φάτνη» (Λουκ. 2, 10-12).

Μην αφήνετε λοιπόν τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς να σας καταβάλλουν.

Μη Φοβείσθε! Σήμερα γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα και έχουμε κάθε λόγο και κάθε δικαίωμα να νοιώθουμε χαρά μεγάλη. Διότι σήμερα γεννήθηκε ο Σωτήρ του κόσμου, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Ας κάνουμε ξανά την πίστη και την εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού τρόπο ζωής και ας ψάξουμε βαθιά μέσα μας, στη φάτνη της καρδιάς μας. Και θα βρούμε εκεί το σημείο και την αιτία της χαράς και της ελπίδας: θα βρούμε τον Θεό ως ``βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν φάτνη``.

Χρόνια πολλά καί ευλογημένα Χριστούγεννα".

Υπάρχουμε για να γίνουμε άγιοι...

«Υπάρχουμε για να γίνουμε άγιοι...» (Μον. Μωυσής αγιορείτης)

...ποιός σκέφτεται σήμερα πως ο κύριος σκοπός της ζωής του ανθρώπου στη ζωή του και στη Γη αυτή είναι η κατάκτηση της αγιότητος; Υπάρχουμε για να γίνουμε άγιοι.
Η αποτυχία αυτής της επιτεύξεως αποτελεί τη μεγαλύτερη τραγωδία της ανθρώπινης ύπαρξης. Όμως πώς θεωρείται σήμερα η αγιότητα; Πώς στεκόμαστε απέναντί της, πώς την αντικρίζουμε και πώς τη ζούμε; Πώς μπορούμε να τη βρούμε και να τη χάσουμε, να τη χρησιμοποιήσουμε και να την εκμεταλλευθούμε ακόμη;

Η αγιότητα δεν εξαφανίζει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Δεν καταστρατηγεί την ανθρώπινη ελευθερία και βούληση, τη μοναδικότητα και ιερότητα του ανθρώπινου προσώπου. Η αγιότητα δεν είναι τηλεκατευθυνόμενη και κατασκευή πανομοιότυπων αγαλμάτων. Υπάρχει μια λαθεμένη αντίληψη πολλών περί της αγιότητος. Ο μυροβόλος συναξαριστής έχει πάμπολλα ξεχωριστά, ωραία παραδείγματα, από τη Δύση την Ανατολή, ανδρών και γυναικών, νέων και γέρων, μορφωμένων και αγραμμάτων, εγγάμων και αγάμων, κληρικών και λαϊκών, κλειστών και ανοιχτών τύπων και χαρακτήρων.
Η αγιότητα ως κάτι το θείο και ιερό προκαλεί γενικά ένα δέος και σεβασμό, θαυμασμό και γοητεία, αλλά πρέπει να πούμε πως μερικές φορές είναι συνυφασμένη με μύθο, υπερβολή κι εξωπραγματικότητα. Ο άγιος θεωρείται εντελώς ξεκομμένος από κάθε τι το κοσμικό. Η πηγή της αγιότητος, η αυτοαγιότητα και αυτοαγαθότητα είναι ο Θεός. Η μετοχή σε Αυτόν την προσφέρει. Οι πρώτοι χριστιανοί ονομάζονταν άγιοι, για να υπενθυμίζεται ο σκοπός της ζωής τους. Η αγιότητα σήμερα θεωρείται απόμακρη, απόκοσμη, ακατόρθωτη. Δωρεά για την επίλεκτη αριστοκρατία του πνεύματος. Στην αγιότητα δόθηκε μία καθαρά ηθικιστική διάσταση που δεν την χαρακτήριζε την ιδιότητα της ουσίας του χριστιανού.
Η αγιότητα δεν είναι πρωτάθλημα, πρωταγωνιτισμός, υπερφυσικό κατόρθωμα, ανδραγάθημα φοβερό και κατάκτηση ρεκόρ. Η αγιότητα δεν έχει φωτεινή επιγραφή, αστραποβόλο φωτοστέφανο, φαντασμαγορική επίδειξη σημείων και ανάγκη διαφήμισης, διάχυσης και χειροκροτήματος. Αγαπά να ζει στην αφάνεια, την αδοξία, την ασημότητα, τη σιωπή, τη μετάνοια και την ταπείνωση. Η αγιότητα είναι κοινωνία με τον Πανάγιο Θεό, δεν είναι ανθρώπινο επίτευγμα. Η αγιότητα είναι η αληθινή ισορροπία, η πραγματική υγεία, η ουσιαστική σχέση με τον Θεό. Η υπακοή στην εντολή του να γίνουμε άγιοι όπως είναι Αυτός. Το θέλημα του Θεού είναι ο αγιασμός μας.
Αγιότητα σημαίνει ν’ ακολουθείς τον Χριστό και στη Γεσθημανή και στον Γολγοθά. Η αγιότητα δεν μεταδίδεται, δεν κερδίζεται με μόνο αναγνώσεις βιβλίων και μακρών συζητήσεων στα σαλόνια. Καλείται κανείς να δώσει αίμα, για να λάβει πνεύμα. Να παλέψει επίμονα και υπομονετικά για να νικήσει το άγριο θηρίο της πολυκέφαλης υπερηφάνειας. Ο άγιος νικά τη φιλαυτία, τη φιλοσαρκία, τη φιλοδοξία και τη φιλοχρηματία με τη φιλοθεΐα, τη φιλανθρωπία, τη φιλαδελφία, τη φιλοτεκνία και τη φιλάρετη ζωή.
Οι άγιοι, κατά τον μακαριστό Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς, είναι το πραγματούμενο ανά τους αιώνες ευαγγέλιο, ο επεκτεινόμενος Χριστός. Μας απέδειξαν έμπρακτα πως οι ευαγγελικές αρετές είναι πραγματοποιήσιμες. Πολλοί προσκυνητές σήμερα του Αγίου Όρους ζητούν μεγάλους αγίους, για να λύσουν τα προβλήματά τους. Τους αγίους δηλαδή και τον Χριστό και την εκκλησία τους έχουμε και τους θέλουμε από καθαρό συμφέρον, για να περνάμε ανενόχλητα, καλά. Υπάρχει μία μαγική αντίληψη για την αγιότητα, τα ιερά μυστήρια και την Εκκλησία. Αυτό αποτελεί τη θρησκειοποίηση της Ορθοδοξίας. Οι άγιοι, μας έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος, θ’ αγαπούν τον Χριστό ακόμη και αν δεν υπήρχε ο παράδεισος!…
Η αληθινή αγιότητα, γιατί δυστυχώς υπάρχει και η ψευδοαγιότητα, δεν είναι με τους δυνατούς προβολείς, τα μεγάφωνα, τα φώτα, τον κρότο, τους κράχτες και την προβολή. Υπάρχει κρυμμένη και στον Άθωνα και στην πόλη και στο χωριό. Θάλλει στη μυστικότητα, την ταπεινότητα και την αγαθότητα του τίμιου, του ειλικρινούς, που υπομένει ασθένεια, απόρριψη, αποτυχία, πένθος, κατηγορία, ειρωνεία και λοιπά. Η αγιότητα μπορεί ν’ αποτελεί μειοψηφία κι εξαίρεση, όμως υπάρχει. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και αποτελεί μεγάλη ελπίδα.

24 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξάριον)

24 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Ευγενίας οσιομάρτυρος, Βασίλας μάρτυρος, Φιλίππου, Πρώτα και Υακίνθου, Νικολάου Οσίου, Αχαϊκού, Αντιόχου Οσίου, Βιτιμίωνος Οσίου, Αφροδισίου Οσίου, Σοσσίου και Θεοκλείου, Καστούλου, Αχμέδ, Αγαπίου Οσίου

Η Αγία Ευγενία η Οσιοπαρθενομάρτυς (Εορτή Ευγενία)


Έζησε στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα μ.Χ. Καταγόταν από τη Ρώμη και οι γονείς της ονομάζονταν Φίλιππος και Κλαυδία. Επίσης, είχε και δύο άλλα αδέλφια, τον Αβίτα και το Σέργιο. Ο πατέρας της διορίστηκε έπαρχος στην Αλεξάνδρεια και πήγε εκεί με όλη του την οικογένεια. Εκεί η Ευγενία σπούδασε κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο και έμαθε άριστα την ελληνική και ρωμαϊκή φιλολογία. Όταν τελείωσε τις σπουδές της, ψάχνοντας για περισσότερη γνώση πήρε στα χέρια της από μια χριστιανή κόρη τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Όταν τις διάβασε, εντυπωσιάσθηκε πολύ. Εκεί μέσα δεν υπήρχαν θεωρίες και φιλοσοφικές δοξασίες. Οι γραμμές τους ενέπνεαν ζωή και ελπίδα. Εκείνη την περίοδο, οι γονείς της ήθελαν να τη δώσουν σύζυγο σε κάποιο Ρωμαίο αξιωματούχο, τον Ακυλίνα. Τότε η Ευγενία, αρνούμενη να δεχθεί αυτή την πρόταση των γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ανδρικά και έφυγε σε άλλη πόλη. Εκεί κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανή και έλαβε συγχρόνως το μοναχικό σχήμα. Μετά από χρόνια, επέστρεψε στο σπίτι της και η αναγνώριση από τους γονείς της έγινε μέσα σε δάκρυα και ανέκφραστη χαρά. Δεν πέρασε πολύς καιρός και όλοι στο σπίτι της Ευγενίας δέχθηκαν το χριστιανισμό. Από μίσος τότε οι ειδωλολάτρες τραυμάτισαν θανάσιμα τον πατέρα της. Και όταν η Ευγενία επέστρεψε στη Ρώμη, επειδή δε θυσίαζε στα είδωλα, την αποκεφάλισαν, τερματίζοντας έτσι ένδοξα "τον καλόν αγώνα της πίστεως". Μαζί με την επίγεια ζωή της.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου πνεύματος, τη υμνωδία, φως προσέλαβες θεογνωσίας, Ευγενία Χριστού καλλιπάρθενε· και εν οσίων χορεία εκλάμψασα, αθλητικώς τον εχθρόν εθριάμβευσας. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Την του κόσμου πρόσκαιρον, φυγούσα δόξαν, τον Χριστόν επόθησας, το ευγενές σου της ψυχής, αδιαλώβητον σώζουσα, Μάρτυς θεόφρον, Ευγενία πανεύφημε.

Η Αγία Βασίλα
Στους Συναξαριστές σημειώνεται μόνο, ότι συμμαρτύρησε με την Αγία Ευγενία και θανατώθηκε δια αποκεφαλισμού. Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, νομίζει ότι η Αγία αύτη είναι η μητέρα της Αγίας Ευγενίας, διότι μαζί μ' αυτή αναφέρεται και η μνήμη του πατέρα της Αγίας Ευγενίας, Φιλίππου, καθώς και των υπηρετών της, Πρώτα και Υακίνθου, που όλοι μαζί μαρτύρησαν στην Ρώμη επί Κομόδου (180-192 μ.Χ.). Αλλά ο Γαλανός στους "Βίους των Αγίων" αναφέρει ότι τη Βασίλα προσήλκυσε στο χριστιανισμό η Αγία Ευγενία στη Ρώμη. Ο μνηστήρας όμως της Αγίας Βασίλας, Πομπήιος, ήταν ειδωλολάτρης και κατέδωσε στις αρχές την Αγία Βασίλα και την Αγία Ευγενία, με αποτέλεσμα, η μεν πρώτη να αποκεφαλιστεί, η δε δεύτερη αφού πρώτα ρίχτηκε στον ποταμό Τίβερη και διασώθηκε, κατόπιν να αποκεφαλιστεί και αυτή.

Ο Άγιος Φίλιππος
Ήταν πατέρας της Αγίας Ευγενίας και μαρτύρησε, αφού θανατώθηκε με μαχαίρι.

Οι Άγιοι Πρώτας και Υάκινθος
Ήταν υπηρέτες και αργότερα συνασκητές της Αγίας Ευγενίας, οι οποίοι μαρτύρησαν δια ξίφους στη Ρώμη.

Ο Όσιος Νικόλαος "Ο από στρατιωτών"
Αυτός ο Άγιος ήταν στρατιώτης και πήρε μέρος στον πόλεμο κατά των Βουλγάρων, επί Νικηφόρου του Λογοθέτου (802-811). Σε μια οδοιπορία διανυκτέρευσε σε ένα ξενοδοχείο. Τη νύχτα όμως, η κόρη του ξενοδόχου τον επιτέθηκε με αμαρτωλές προθέσεις. Αλλά ο Νικόλαος συγκρατήθηκε και δεν μόλυνε το σώμα του από την αισχρή πράξη, στην οποία τον καλούσε και τον ερέθιζε η πονηρή κόρη. Τότε αξιώθηκε νυκτερινής οπτασίας, που επιβράβευσε την αγνότητά του. Όταν επέστρεψε από τον πόλεμο σώος και αβλαβής, αποσύρθηκε σε κάποια Μονή, όπου έγινε μοναχός. Και αφού έζησε ζωή οσία, πέθανε ειρηνικά.

Ο Άγιος Αχαϊκός
Μαρτύρησε δια ξίφους.

Ο Όσιος Αντίοχος
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης υποθέτει, ότι ο Όσιος αυτός είναι ο λεγόμενος Πάνδεκτος (δηλαδή ο συγγραφέας της Πανδέκτου), που έζησε στα μέσα του 7ου αιώνα και καταγόταν από τη Γαλατία και ήταν μοναχός στη Μονή του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα. Αυτός μάλιστα, περιέγραψε και την άλωση της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες και θρήνησε το φόνο των μοναχών της Λαύρας από τους επιδρομείς. Για τον Αντίοχο καλή μελέτη έγραψε ο Αρχιμανδρίτης Κάλλιστος (1910) και ο Ι. Φωκυλίδης στο έργο του "Η Ιερά Λαύρα Σάββα του ηγιασμένου".

Ο Όσιος Βιτιμίων
Μάλλον ασκητής της ερήμου που απεβίωσε ειρηνικά.

Ο Όσιος Αφροδίσιος
Μάλλον ασκητής της ερήμου που απεβίωσε ειρηνικά.

Οι Άγιοι Σόσσιος και Θεόκλειος
Άγνωστοι στον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου. Αναφέρονται στον Παρισινό Κώδικα 1621, με λίγα βιογραφικά στοιχεία. Μαρτύρησαν επί Μαξιμιανού (286-305) και Μαγνεντίου. Συνελήφθησαν σαν χριστιανοί από τον ηγεμόνα Βαύδο (που ήταν ηγεμόνας της Αδριανούπολης της Μακεδονίας) και επειδή δεν πείστηκαν ν' αρνηθούν τον Χριστό, βασανίστηκαν ανελέητα με τον πιο φρικτό τρόπο. Τόσα πολλά είναι τα βασανιστήριά τους, που είναι αδύνατο να απαριθμηθούν και απορεί κανείς πως κατόρθωσαν να επιζήσουν. Τελικά τους αποκεφάλισαν και έτσι έλαβαν τα άφθαρτα στεφάνια του μαρτυρί

Ο Άγιος Καστούλος
Άγνωστος στον Συναξαριστή του Αγίου Νικόδημου και τα έντυπα Μηναία. Αναφέρεται στον Παρισινό Κώδικα 1621 με σύντομο βιογραφικό υπόμνημα. Σύμφωνα λοιπόν μ' αυτό, ο Άγιος αυτός μαρτύρησε στα χρόνια του βασιλιά Λικινίου (307-323), στον οποίο καταγγέλθηκε σαν χριστιανός. Αφού τον συνέλαβαν, τον κρέμασαν και του έγδαραν το δέρμα. Κατόπιν τον παρέδωσαν στον ηγεμόνα Ζηλικίνθιο και επειδή δεν κατάφερε κι' αυτός να αλλαξοπιστήσει τον μάρτυρα, τον βασάνισε σκληρά και στο τέλος τον αποκεφάλισε.

Ο Άγιος Αχμέδ ο Νεομάρτυρας
Βιογραφικά του στοιχεία μπορούμε να δούμε την 3η Μαΐου.

Ο Όσιος Αγάπιος ο νεώτερος
Ο Αγάπιος ο νεώτερος, κατά κόσμον Αντώνιος Αντωνόπουλος, γνωστός και ως Αγάπιος Παπαντωνόπουλος (Δημητσάνα, 1753-1812). Φοίτησε στη σχολή της γενέτειράς του, όπου είχε διδασκάλους τον Αγάπιο Λεονάρδο και τον Γεράσιμο Γούνα. Όταν με τα Ορλοφικά η σχολή έκλεισε, ο Αγάπιος ακολούθησε τον Γεράσιμο Γούνα στη Σμύρνη, όπου συνέχισε τις σπουδές του στη φημισμένη σχολή της πόλης με σχολάρχη τον Ιερόθεο Δενδρινό. Στη Σμύρνη πήρε και το σχήμα του μοναχού. Αργότερα ακολούθησε τον Γεράσιμο Γούνα στη Χίο και τελικά επέστρεψε στη γενέτειρά του Δημητσάνα, όπου τον Αύγουστο του 1781 ανέλαβε τη διεύθυνση της παλιάς σχολής του. Τη φήμη της η σχολή της Δημητσάνας την οφείλει κατά κύριο λόγο στον Αγάπιο τον νεώτερο, ο οποίος επί 32 ολόκληρα χρόνια άσκησε τα καθήκοντα του σχολάρχη με μοναδική ευσυνειδησία, εργατικότητα και εντιμότητα. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Αγάπιου, που μας αποκαλύπτεται στην αλληλογραφία του, είναι η απλότητα και λιτότητα της ζωής του: "... ζώμεν δημητσανίτικα", γράφει στον Άνθιμο Καράκαλλο, που ένθερμα υποστήριζε το έργο της σχολής, "πότε με μολόχες, πότε με τζικνίδες, πότε με αβρονιές, πότε με αριάνι, πότε με μοναχό ψωμί". Συγγραφικό έργο του Αγάπιου δεν έχουμε. Η διδασκαλία του όμως, ήταν ο σπόρος από τον οποίο βλάστησαν πολλοί έξοχοι διδάσκαλοι και κληρικοί της εποχής.

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009

23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξάριον)

23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Των εν Κρήτη 10 μαρτύρων, Παύλου Οσίου, Ναούμ Θεοφόρου, Μνήμη Εγκαινίων Αγίας Σοφίας, Σχίνωνος, Νήφωνος Επισκόπου, Χρυσογόνου, Πομπίου

Οι Άγιοι Δέκα Μάρτυρες που μαρτύρησαν στην Κρήτη
Από αυτούς, οι μεν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος, Γελάσιος και Ευνικιανός, ήταν από τη Γορτυνία της Κρήτης. Ο Ζωτικός, από την Κνωσό. Ο Αγαθόπους από το λιμένα Πανούρμου. Ο Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνιά. Ο Ευάρεστος και ο Μόβιος (ή Πόμπιος, ή Πόντιος) από το Ηράκλειο. Όλοι μαρτύρησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος. Και οι δέκα με πολύ ζήλο εργάζονταν για τη διάδοση του Ευαγγελίου στο νησί. Καταγγέλθηκαν στον έπαρχο Κρήτης, που ήταν συνώνυμος του αυτοκράτορα, ονομαζόταν δηλαδή κι αυτός Δέκιος. Ο έπαρχος, όταν είδε την ανθηρή νεότητά τους και το αρρενωπό τους παράστημα, προσπάθησε να τους παρασύρει με πολλές υποσχέσεις εγκόσμιων απολαύσεων και ηδονών. Αλλά όταν είδε ότι τίποτα δεν πετύχαινε, διέταξε να τους μαστιγώσουν, και κατόπιν τους λιθοβόλησαν. Οι γενναίοι μάρτυρες του Χριστού υπέμειναν ηρωικά τα βασανιστήρια, ενθυμούμενοι τα λόγια του ψαλμωδού: "Ανδρίζεσθε και κραταιούσθω η καρδία υμών, πάντες οι ελπίζοντες επί Κύριον".Δηλαδή, να έχετε γενναίο και ανδρείο φρόνημα, και η καρδιά σας ας γίνεται κραταιά και ατρόμητη, όλοι εσείς που ελπίζετε στον Κύριο. Κατόπιν, με διαταγή του έπαρχου, οι στρατιώτες έκοψαν με τα ξίφη τους τις τίμιες κεφαλές των δέκα χριστιανών Αγίων.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Κρήτης τα εύοσμα άνθη τιμήσωμεν, τα διαπνέοντα, οσμήν την ένθεον, Θεόδουλον και Ζωτικόν, Γελάσιον, Σατορνίνον, Εύπορον Ευάρεστον, Αγαθόποδα Πόμπιον, Ευνικιανόν ομού, Βασιλειάδην τε ένδοξον, βοώντες αυτούς αυτούς ομοφρόνως, χαίρε Δεκάς η των μαρτύρων.
Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Εωσφόρος έλαμψεν, η των Μαρτύρων, σεβασμία άθλησις, προκαταυγάζουσα ημίν, τον εν Σπηλαίω τικτόμενον, ον η Παρθένος, ασπόρως εκύησεν.

Ο Όσιος Παύλος Αρχιεπίσκοπος Νεοκαισαρείας
Υπήρξε στα χρόνια του βασιλιά Λικινίου (307-323) και ήταν επίσκοπος Νεοκαισάρειας. Ξακουστός για την αρετή του ο Παύλος, τον κάλεσε ο Λικίνιος με την ελπίδα ότι θα μετέστρεφε το φρόνημά του. Αφού ούτε με απειλές, ούτε με υποσχέσεις κατάφερε να κλονίσει την πίστη του, διέταξε να τον κάψουν με πυρωμένα σίδερα στα χέρια. Κατόπιν τον εξόρισε σε κάποιο φρούριο, κοντά στον ποταμό Ευφράτη, όπου έμεινε μέχρι που κατέβηκε ο Μεγάλος Κωνσταντίνος στην Ανατολή. Τότε απελευθερώθηκε, μαζί με άλλους κρατούμενους και ο Παύλος επανήλθε στην επισκοπή του. Στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, έλαβε μέρος και έδειξε τα τραύματά του, τα οποία ο Μέγας Κωνσταντίνος ασπάστηκε. Κατόπιν γύρισε στην επαρχία του, όπου μετά από λίγα χρόνια απεβίωσε ειρηνικά.

Ο Άγιος Ναούμ ο Θεοφόρος και θαυματουργός
Υπήρξε συνεργάτης του Κυρίλλου και Μεθοδίου, τον 9ο αιώνα (842), στους αγώνες τους για τη διάδοση της χριστιανικής πίστης στη Βουλγαρία. Και στο βαρύ αυτό έργο, όπου συνάντησαν μεγάλα εμπόδια και επικίνδυνες αντιστάσεις, η παρουσία του Ναούμ είχε μεγάλη επίδραση. Διότι στη δύναμη της διδασκαλίας του, πρόσθετε και την εντύπωση, που προκαλούσαν τα θαύματα που ενεργούσε με τη χάρη του Θεού. Ο Ναούμ, επιστρέφοντας από τη Ρώμη, όπου πήγε στον τότε Πάπα Αδριανό, πέρασε και από τη Γερμανία, όπου υπήρχαν πολλές και διάφορες αιρέσεις. Και αφού κήρυξε και εκεί αγωνιζόμενος για την Ορθοδοξία, επανήλθε και πάλι στη Βουλγαρία. Εκεί, οργάνωσε μαζί με άλλους συναγωνιστές του, σώμα εσωτερικής ιεραποστολής και εργάστηκε θερμότατα για τη διάδοση του χριστιανισμού με τα κηρύγματά του και τις συνεχείς διδακτικές περιοδείες του. Ο θάνατος τον βρήκε όρθιο, να κοπιάζει μέχρι τελευταίας του πνοής για τον ευσεβή σκοπό του.

Μνήμη Εγκαινίων της Αγίας Σοφίας (562 μ.Χ.)
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για το γεγονός.

Ο Άγιος Σχίνων
Μαρτύρησε δια ξίφους.

Ο Όσιος Νήφων επίσκοπος Κωνσταντιανής

Άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Η ζωή του βρίσκεται στους αρχαίους Κώδικες και μεταγενέστερους, όπως στους Λαυριωτικούς Β81 φ. 1-155,1 23 φ. 228α-278, Λ. 66 φ. 32α -58 και στον Βατοπεδινό 618 φ. 143α-159.
Η επιγραφή της βιογραφίας του έχει ως εξής: "Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Νήφωνος του εν Κωνσταντινουπόλει μεν ασκήσαντος, γενομένου δε επισκόπου Κωνσταντιανής κατά Αλεξάνδρειαν". Στον Λαυριωτικό Κώδικα Β 81, λέγεται επίσκοπος Αλμυρουπόλεως και ότι απεβίωσε 23 Δεκεμβρίου. Ακολουθία του βρίσκεται στον Κώδικα Δ. δ. II της Κρυπτοφέρης (Βλ. Κατάλογο Roechi σελ. 389). Ελεύθερη απόδοση της ζωής του από το βυζαντινό χειρόγραφο, βρίσκεται στο βιβλίο "ΕΝΑΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ"
έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού (1993).

Ο Άγιος Χρυσογόνος
Ο Χρυσόγονος αυτός είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα έντυπα Μηναία. Η μνήμη του αναφέρεται στον Σαβαϊτικό Κώδικα 635 την ήμερα αυτή, ως εξής: "Χρυσογόνου έπαρχου πόλεως Θεσσαλονίκης" (βλ. Δημητριεύσκη, Τυπικά, τόμος Β', σελ. 365).

Ο Άγιος Πομπίος
Η μνήμη του αναφέρεται επιγραμματικά στο "Μικρόν Ευχολόγιον ή Αγιασματάριον" έκδοση "Αποστολικής Διακονίας" 1959, χωρίς άλλες πληροφορίες.
Πουθενά άλλου δεν αναφέρεται η μνήμη του (ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον μάρτυρα Μόβιο ή Πόμπιο, από τους 10 μάρτυρες της Κρήτης).

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009

22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ(συναξάριον)

22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Αναστασίας Φαρμακολυτρίας, Χρυσογόνου, Θεοδότης και των τέκνων της, Ζωΐλου, Μνήμη Θυρανοιξίων, Το Φωτοδρόμιο της Μεγάλης του Θεού Εκκλησίας

Η Αγία Αναστασία (Εορτή Αναστασία)


Η Αγία Αναστασία είχε πατέρα τον Πατρίκιο, ο οποίος ήταν Ρωμαίος. Διακρινόταν για το υπέροχο κάλος, την παιδεία και την κοσμιότητά της. Παντρεύτηκε σε νεαρή ηλικία τον Ποπλίωνα, άρχοντα των Ρωμαίων και φανατικό ειδωλολάτρη. Η Αναστασία όμως, κατηχήθηκε στο λόγο του Χριστού και έλαβε το Θείο Βάπτισμα. Επειδή δεν φανέρωσε δημόσια, λόγω του ανδρός της, την χριστιανική της πίστη βοηθούσε κρυφά όσους είχαν ανάγκη από ένα χέρι βοηθείας ή ένα λόγο παρηγοριάς. Ντυνόταν πενιχρά και μετέβαινε στις φυλακές πηγαίνοντας τροφή και χρήματα. Όταν έμαθε ο Ποπλίωνας την δράση της Αγίας, εξοργίστηκε. Αρχικά προσπάθησε να την μεταπείσει με συμβουλές. όμως, η Αναστασία παρέμενε ακλόνητη στην πίστη της ακόμα και όταν την κακοποίησε. Αυτή η επιμονή της, εξόργισε τον Ποπλίωνα και την κατέδωσε στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό, ο οποίος διέταξε την φυλάκισή της. Επειδή εξακολουθούσε να υμνολογεί τον Κύριο, ο Διοκλητιανός διέταξε τον βασανισμό της. Τελικά η αγία Αναστασία παρέδωσε το πνεύμα της στην πυρά.
Απολυτίκιο. Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Των Μαρτύρων ταις χρείαις διακονήσασα, μαρτυρικώς εμιμήσω τας αριστείας αυτών, δι' αθλήσεως εχθρόν καταπαλαίσασα· όθεν βλυστάνεις δαψιλώς, χάριν άφθονον αεί. Αναστασία Θεόφρον, τοις προσιούσιν εκ πόθου, τη αρωγή της προστασίας σου.
Κοντάκιον. Ήχος β'. Τα άνω ζητών.
Οι εν πειρασμοίς, και θλίψεσιν υπάρχοντες, προς τον σον ναόν, προστρέχοντες λαμβάνουσι, τα σεπτά ιάματα, της εν σοι οικούσης θείας χάριτος, Αναστασία συ γάρ αεί, τω κόσμω πηγάζεις τα ιάματα.


Ο Άγιος Χρυσογόνος
Ήταν άνθρωπος θεοσεβής και διδάσκαλος της αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας. Καταγόταν από τη Ρώμη και έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (290). Επειδή τότε κινήθηκε διωγμός κατά των χριστιανών, έπιασαν και τον Χρυσόγονο και τον φυλάκισαν. Όταν ο Διοκλητιανός βρισκόταν στη Νίκαια, έμαθε ότι στη Ρώμη ήταν πολύ πλήθος χριστιανών φυλακισμένο, που αν και βασανίστηκε σκληρά δεν αρνήθηκε την πίστη του, επειδή είχε παρακινητή στο μαρτύριο τον θείο Χρυσόγονο. Τότε ο Διοκλητιανός διέταξε να θανατωθούν όλοι οι χριστιανοί που δεν θα αρνηθούν τον Χριστό και τον Χρυσόγονο να τον φέρουν δεμένο μπροστά του. Όταν λοιπόν ο Χρυσόγονος παρουσιάστηκε στον βασιλιά, το φρόνημά του δεν κάμφθηκε ούτε από κολακείες, ούτε από φοβέρες. Αντίθετα μάλιστα, με θάρρος διακήρυξε ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός και ότι οι Θεοί είναι πλάνη των ανθρώπων και φθορά των ψυχών και απώλεια. Όταν άκουσε αυτά ο τύραννος, διέταξε να τον φέρουν σε έρημο τόπο και να τον αποκεφαλίσουν. Έτσι ο μακάριος Χρυσόγονος, πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου από τον Κύριο.

Η Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της
Υπήρξε στα χρόνια του βασιλιά Διοκλητιανού (284-304) και καταγόταν από τη Βιθυνία. Στη Νίκαια γνώρισε την Αγία Αναστασία τη Φαρμακολύτρια, μαζί με τον δάσκαλό της Χρυσόγονο και όλοι μαζί επισκέπτονταν στις φυλακές τους μάρτυρες χριστιανούς και τους συμπαραστέκονταν ποικιλοτρόπως. Όταν το έμαθε αυτό ο Διοκλητιανός, θέλησε να δώσει τη Θεοδότη για γυναίκα στον άρχοντα Λευκάδιο (ή Λευκάτιο), με σκοπό να την ελκύσει στην ειδωλολατρία. Αυτή όμως αρνήθηκε και παραδόθηκε στον άρχοντα Βιθυνίας υπατικό Νικήτιο, ο οποίος την έριξε μαζί με τα τρία παιδιά της στη φωτιά, όπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.

Ο Άγιος Ζωΐλος
Υπέστη μαρτυρικό θάνατο επί Διοκλητιανού, όταν μαζί με τις άγιες γυναίκες Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία, περισυνέλεξε από τα νερά της λίμνης το λείψανο του Αγίου Χρυσογόνου (μνήμη του οποίου προαναφέραμε).
(Εδώ, ορισμένα Συναξάρια, αναφέρουν μαζί και την μνήμη κάποιου Αγίου Ευτυχιανού).

Μνήμη Θυρανοίξιας της μεγάλης Εκκλησίας του Χριστού
Πρόκειται για θυρανοίξια του Ναού της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.

Το Φωτοδρόμιο της μεγάλης του Θεού Εκκλησίας (Αγίας Σοφίας)
Δεν έχουμε λεπτομέρειες.

Όταν γνώρισα έναν Άγιο : τον πατέρα Παΐσιο


Όταν γνώρισα έναν Άγιο :τον πατέρα Παΐσιο
Ζιάβρας Κωνσταντίνος

Αναφέρει ο Πάουλο Κοέλο στον ‘Αλχημιστή’ ότι όταν ένας άνθρωπος επιθυμεί κάτι πραγματικά, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να τον βοηθήσει να πραγματοποιήσει τ’ όνειρό του, παραφράζοντας αυτή τη διατύπωση θα έλεγα ότι στην δική μου περίπτωση ο Δημιουργός του σύμπαντος έκανε τα αδύνατα δυνατά για να τον γνωρίσω τον π. Παΐσιο που τόσο πολύ επιθυμούσα.

Πάντα με συγκινούσαν οι βίοι των Αγίων και επικαλούμουν τις πρεσβείες τους. Αναρωτιόμουν, μάλιστα, αν θα είχα την ευκαιρία κάποτε να γνωρίσω από κοντά ένα από αυτά τα αγαπημένα παιδιά του Θεού. Για να είμαι φιλαλήθης, όμως, πίστευα πως στην εποχή των ‘χλιαρών’ χριστιανών που ζούμε σήμερα, δεν θα υπήρχαν πολλές πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο.

Ήταν άνοιξη του 1993 όταν μια παρέα μου πρότεινε να πάμε στο Άγιον Όρος. Δέχτηκα αμέσως. Ενδόμυχα, είχα την κρυφή ελπίδα να γνωρίσω κάποια οσιακή μορφή σαν και αυτή του πατέρα Πορφύριου που είχα ακούσει ότι είχε ανατραφεί πνευματικά στο θεοβάδιστον Όρος.

Φθάνοντας στο περιβόλι της Παναγίας άκουσα να μιλάνε πρώτη φορά για τον πατέρα Παΐσιο. Μου μίλησαν για την καρτερικότητα με την οποία αντιμετώπιζε το καμίνι της αρρώστια, την αδερφική αγάπη που έδειχνε στους συνανθρώπους του, τα θαύματά του. ‘Αυτό είναι!’ σκέφτηκα. Επιτέλους, το όνειρο μου έμοιαζε να είναι κοντύτερα από ποτέ στην εκπλήρωσή του.
-‘Που μπορώ να βρω τον πατέρα Παΐσιο ;’ρώτησα κάποιον από την παρέα.
-“Στο κελλί του την ‘Παναγούδα’ στις Καρυές, αλλά λόγω της αρρώστιάς του δέχεται δύσκολα κόσμο”, μου απάντησε.
-‘Εγώ θα πάω να τον βρω’, είπα με αποφασιστικότητα. Η υπόλοιπη παρέα μού δήλωσε πως δεν ήθελε να συμμετάσχει σε ταξίδι με αμφίβολη έκβαση.

Στο καραβάκι από τα Καυσοκαλύβια για τη Δάφνη ήμουν προβληματισμένος. Οι τεχνοκρατικές μου καταβολές μού υποδείκνυαν το άτοπο του εγχειρήματος. Πήγαινα σε κάποιο άγνωστο μέρος, χωρίς να γνωρίζω που θα μείνω και χωρίς να έχω εξασφαλίσει ότι θα δω αυτόν που επιθυμώ. Εκείνη τη στιγμή τα μάτια μου έπεσαν σε ένα μοναχό που στεκόταν δίπλα μου. Πήρα θάρρος και τον ρώτησα για τον αν υπήρχε πιθανότητα να δει κανείς εύκολα τον Γέροντα. Η απάντηση δεν ήταν ενθαρρυντική. Τον παρακάλεσα να μου υποδείξει κάποιο μέρος όπου θα μπορούσα να διανυκτερεύσω για να μπορέσω να είμαι κοντά στην ‘Παναγούδα’. Μου συνέστησε τη μονή Κουτλουμουσίου στις Καρυές. Μου είπε να βρω τον μοναχό Παΐσιο και να τον παρακαλέσω να με κρατήσει εκ μέρους του. ‘Δόξα σοι ο Θεός’ να και κάτι θετικό, σκέφτηκα.

Φθάνοντας στο Μοναστήρι αναζήτησα τον μοναχό που μου είχε υποδείξει ο π. Θεολόγος στο πλοιάριο προς τη Δάφνη.
-Ευλογείτε!
-Ο Κύριος.
-Με στέλνει ο μοναχός θεολόγος και παρακαλεί, αν είναι δυνατόν, να με φιλοξενήσετε διότι θέλω να πάω στον π. Παΐσιο.
-Ξέρετε κάνουμε μια ανακαίνιση στη Μονή και δεν μπορούμε να φιλοξενήσουμε περισσότερα από δύο άτομα. Τέλος πάντων, περιμένετε να δω λίγο τους υπόλοιπους προσκυνητές και κάτι θα κάνουμε…
Πέρασαν περίπου δύο ώρες γεμάτες αγωνία όπου ο, συνονόματος με τον γέροντα που αναζητούσα, μοναχός άκουγε με προσοχή τον κάθε προσκυνητή και προσπαθούσε ανάλογα με το πρόγραμμα του να του εξασφαλίσει διαμονή σε κάποιο άλλο μοναστήρι. Είχα μείνει τελευταίος. ‘Θα σε φιλοξενήσουμε απόψε’, μου είπε με την ήρεμη φωνή του. ‘Δόξα σοι ο Θεός!’ σκέφτηκα για δεύτερη φορά μέσα στη μέρα.

Ήταν πια προχωρημένο απόγευμα όταν ξεκίνησα από το Κουτλουμούση για το κελλί του Γέροντα. Καθώς περπατούσα στο μονοπάτι που με οδηγούσε στην ‘Παναγούδα’, βρήκα έναν προσκυνητή.
-‘Καλά πάω για το κελλί του π. Παΐσιου;’
-‘Καλά πας, αλλά περίμενα δύο ώρες απ’ έξω μαζί με πολύ κόσμο και δεν είχε βγει’, μου αποκρίθηκε.
‘Εγώ θα πάω’, σκέφτηκα και συνέχισα.

Όταν έφτασα είδα τον Γέροντα να κάθεται σε ένα κούτσουρο και γύρω του ένα πολυπληθές ακροατήριο να κρέμεται, στην κυριολεξία, από τα χείλη του. ‘Δόξα σοι ο Θεός’, σκέφτηκα για μια ακόμη φορά.

Παρότι το σώμα του ήταν ταλαιπωρημένο από την αρρώστια και την άσκηση, το πρόσωπο του έλαμπε σαν μικρού παιδιού. Αμέσως, καταλάβαινες πως επάνω του αναπαύεται η Χάρις του Θεού.

Ο Γέροντας δεν μπορούσε να δει πλέον τον κόσμο προσωπικά. Θα μας έβλεπε όλους μαζί. Οι προσκυνητές εξομολογούνταν δημόσια τον πόνο τους. Ζητώντας τη γνώμη του, κυρίως, για προβλήματα υγείας, οικογενειακά αλλά και για την μαγεία. Αυτός απαντούσε με απλότητα και ταπεινοφροσύνη χωρίς ύφος δασκάλου. Μου έκανε τεράστια εντύπωση πως ανέφερε συχνά το ‘Να έχετε παλικαριά, να μην φοβάστε!’.

Είχε την ικανότητα να κάνει τα προβλήματα των άλλων δικά του και με την αγία του διάκριση κατάφερνε να επιφέρει την καλή ‘αλλοίωση’ στις ψυχές τους. Η προσευχή και η ανυπόκριτη αγάπη του για τους πονεμένους ανθρώπους έκαναν θαύματα. Πλούσιος μέσα στην φτώχεια του, δυνατός μέσα στην αρρώστιά του, σοφός παρότι ολιγογράμματος, ένας σύγχρονος άγιος.

Είχε αρχίσει να σουρουπώνει. Ο πατέρας Παΐσιος σηκώθηκε με κόπο από το κούτσουρο που καθόταν.
- Άντε παλικάρια, πηγαίνετε στο καλό! Να βρείτε έναν καλό πνευματικό, να προσεύχεστε και να κοινωνάτε.
Με τόσο λίγες λέξεις είχε πει τα πάντα. Με το γνωστό ανεπιτήδευτο λόγο του είχε συμπυκνώσει σε δύο φράσεις τόμους ολόκληρους Θεολογίας.

Αυτή η μικρή σε διάρκεια συνάντηση είχε μια τεράστια επίδραση στη ζωή μου. Το όνειρο μου είχε επιτευχθεί και μαζί του, ίσως, και η προσωπική μου σωτηρία. Ο Δημιουργός του σύμπαντος, που ενδιαφέρεται προσωπικά για κάθε του πλάσμα είχε εκπληρώσει την επιθυμία μου. Επιτέλους, είχα γνωρίσει έναν άγιο, διότι άγιοι υπάρχουν, αρκεί να τολμούμε να τους αναζητούμε.

Έφυγα από το κελλί του ‘ξαλαφρωμένος’. Γύρναγα προς το Μοναστήρι της Κουτλουμουσίου και νόμιζα ότι τα πόδια μου είχαν φτερά. Είχα πάρει την απάντηση που ήθελα χωρίς, μάλιστα, να χρειαστεί να τον ρωτήσω κάτι: - ‘Όλα τα δάκτυλα τού χεριού δεν είναι ίδια, όμως ο Θεός τα αγαπάει όλα το ίδιο’.

Δι’ ευχών του πατρός ημών Παϊσίου, Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν μας.

ΠΡΩΤΑΤΟΝ, Οκτ.-Δεκ. 2008, τεύχος 112.

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

Η Ορθοδοξία ως Θεραπεία (π. Γεώργιος Μεταλληνός)

Η Ορθοδοξία ως Θεραπεία (π. Γεώργιος Μεταλληνός, Κοσμήτορας της Θεολ. Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)

"Στην κατάσταση της νόσου της πτώσεως ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τον Θεό και τον συνάνθρωπο για την κατοχύρωση της προσωπικής του ασφάλειας και ευτυχίας. Η χρήση του Θεού γίνεται με την «θρησκεία» (προσπάθεια απόσπασης της δύναμης του Θεού), που μπορεί να εκφυλιστεί σε αυτοθεοποίηση του ανθρώπου («αυτείδολον εγενόμην» λέει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης στον «Μέγαν Κανόνα» του). Η χρήση του συνανθρώπου και κατ' επέκταση της κτίσης γίνεται με την εκμετάλλευση της με κάθε δυνατό τρόπο. Αυτή, λοιπόν, είναι η νόσος, την οποία ζητεί να θεραπεύσει ο άνθρωπος, εντασσόμενος ολόκληρος στο «πνευματικό θεραπευτήριο» της Εκκλησίας."

Αν θέλαμε να ορίσουμε συμβατικά τον Χριστιανισμό, ως Ορθοδοξία, θα λέγαμε ότι είναι η εμπειρία της παρουσίας του Ακτίστου (του Θεού) [1] μέσα στην ιστορία και η δυνατότητα του κτιστού (του ανθρώπου) να γίνει Θεός «κατά χάριν». Με δεδομένη την διηνεκή παρουσία του Θεού εν Χριστώ, στην ιστορική πραγματικότητα, ο Χριστιανισμός προσφέρει στον άνθρωπο την δυνατότητα θεώσεως, όπως η Ιατρική Επιστήμη του παρέχει την δυνατότητα διατήρησης ή αποκατάστασης της υγείας του μέσα από μια ορισμένη θεραπευτική διαδικασία και ένα συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Ο γράφων είναι σε θέση να κατανοήσει τη σύμπτωση ιατρικής και εκκλησιαστικής ποιμαντικής επιστήμης στο σημείο αυτό, διότι ως διαβητικός και ως χριστιανός γνωρίζει, ότι και στις δύο περιπτώσεις οφείλει να ακολουθήσει πιστά τα οριζόμενα εκατέρωθεν για την επίτευξη του διπλού στόχου.Ο μοναδικός και απόλυτος στόχος της εν Χριστώ ζωής είναι η θέωση, η ένωση δηλαδή με τον Θεό, ώστε ο άνθρωπος, μετέχοντας στην άκτιστη ενέργεια του Θεού, να γίνει «κατά χάριν», αυτό που ο Θεός είναι από την φύσιν του (άναρχος και ατελεύτητος). Αυτή είναι χριστιανικά η έννοια της σωτηρίας. Δεν πρόκειται για μια ηθική βελτίωση του ανθρώπου, αλλά για την εν Χριστώ ανα-δημιουργία, ανά-πλαση ανθρώπου και κοινωνίας μέσα από την υπαρκτική και υπαρξιακή σχέση με το Χριστό, ο Οποίος είναι η ένσαρκη φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Αυτό εκφράζει η φράση του απ. Παύλου (Β΄ Κορ. 5,17): «ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις». Ο ενωμένος με τον Χριστώ είναι καινούργιο δημιούργημα. Γι’ αυτό χριστιανικά η ενανθρώπιση του Θεού Λόγου, η λυτρωτική «εισβολή» του Αιωνίου και Υπέρχρονου μέσα στον ιστορικό χρόνο, είναι η αρχή ενός νέου κόσμου, μιας κυριολεκτικά «Νέας Εποχής» (New Age), που συνεχίζεται ως τα πέρατα των αιώνων, στα πρόσωπα των αυθεντικών χριστιανών, δηλαδή των Αγίων.Η Εκκλησία ως «σώμα Χριστού» και εν Χριστώ κοινωνία υπάρχει στον κόσμο, για να προσφέρει την σωτηρία, ως ένταξη σε αυτή την αναγεννητική διαδικασία.[2] Το σωστικό αυτό έργο της Εκκλησίας επιτελείται με μια συγκεκριμένη θεραπευτική μέθοδο, ώστε ουσιαστικά η Εκκλησία να ενεργεί ως ένα παγκόσμιο θεραπευτήριο. «Ιατρείον Πνευματικόν» (Πνεματικό Νοσοκομείο) ονομάζεται η Εκκλησία από τον ιερό Χρυσόστομο (†407). Στην συνέχεια θα δοθεί απάντηση στα ερωτήματα 1) Ποια είναι η αρρώστια την οποία θεραπεύει η χριστιανική Ορθοδοξία; 2) Ποια είναι η θεραπευτική μέθοδος που εφαρμόζει; 3) Ποια είναι η ταυτότητα του αυθεντικού χριστιανισμού, που τον διαφοροποιεί ριζικά από τις αιρετικές αποκλίσεις του, αλλά και από κάθε μορφή θρησκείας;[3]1. Η αρρώστια της ανθρώπινης φύσης είναι η πτωτική κατάσταση του ανθρώπου και συνάμα και όλης της κτίσεως, που συμπάσχει («συστενάζει και συνωδίνει» Ρωμ. 8.22) μαζί του. Η διάγνωση αυτή αφορά σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από το αν είναι χριστιανός ή όχι, αν πιστεύει ή όχι, λόγω της φυσικής ενότητας σύννομη της ανθρωπότητας. (βλ. Πραξ.17.26). η Χριστιανική Ορθοδοξία δεν κλείνεται στα στενά όρια ενός θρησκεύματος, που ενδιαφέρεται μόνο για τους οπαδούς του, αλλά, όπως ο Θεός, «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωση αληθείς ελθείν» (Α΄ Τιμ. 2.4), αφού ο Θεός είνα «σωτήρ πάντων ανθρώπων» (Α΄ Τιμ. 4.10). η αρρώστια λοιπόν για την οποία μιλάει ο Χριστιανισμός είναι πανανθρώπινη (Ρωμ. 5.12: «...εις πάντας ανθρώπους ο θάνατος διήλθεν, εφ’ ω (= λόγω του οποίου θανάτου) πάντες ήμαρτον» (=αστόχησαν στην πορεία τους προς την θέωση. Όπως δε η πτώση (δηλαδή η αρρώστια) είναι πανανθρώπινη, έτσι και η σωτηρία – θεραπεία εξαρτάται άμεσα από τη λειτουργία του εσωτερικού του κάθε ανθρώπου.Η φυσική (αυθεντική) κατάσταση του ανθρώπου προσδιορίζεται, αγιοπατερικά, από την λειτουργία μέσα του, τριών μνημονικών συστημάτων, δύο από τα οποία γνωρίζει και ελέγχει η επιστήμη της ιατρικής, ενώ το τρίτο είναι υπόθεση της ποιμαντικής θεραπευτικής. Το πρώτο είναι η κυτταρική μνήμη (DNA), που καθορίζει τα πάντα στον ανθρώπινο οργανισμό. Το δεύτερο είναι η εγκεφαλική κυτταρική μνήμη, η λειτουργία του εγκεφάλου, που ρυθμίζει την σχέση μας με τον εαυτό μας και το περιβάλλον. Τα δύο αυτά συστήματα γνωρίζει η επιστήμη της ιατρικής και μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία τους.Η εμπειρία των Αγίων γνωρίζει ένα ακόμη μνημονικό σύστημα, την καρδιακή ή νοερά μνήμη, που λειτουργεί μέσα στην καρδιά. Η καρδιά, στην Ορθόδοξη παράδοση, δεν λειτουργεί μόνο φυσικά, ως αντλία διακίνησης του αίματος. Ακόμη κατά την πατερική διδασκαλία, δεν είναι ο εγκέφαλος και το νευρικό σύστημα το κέντρο της αυτοσυνειδησίας μας, αλλά η καρδιά. Διότι πέρα από τη φυσική έχει και μια υπερφυσική λειτουργία. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις γίνεται χώρος κοινωνίας με τον Θεό, με την άκτιστη δηλαδή ενέργειά Του. Βέβαια αυτό γίνεται αντιληπτό μέσα από την εμπειρία των Αγίων και όχι με τη λογική λειτουργία και τη διανοητική θεολόγηση. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (†1809), ανακαιφαλαιώνοντας όλη την πατερική παράδοση, στο έργο του «Συμβουλευτικό Εγχειρίδιον» ονομάζει την καρδιά κέντρο φυσικό, υπερφυσικό, αλλά και παραφυσικό, όταν η υπερφυσική λειτουργία αδρανεί, διότι η καρδιά κυριαρχείται από τα πάθη. Η υπερφυσική λειτουργία της καρδιάς είναι η απόλυτη προϋπόθεση για την τελείωση, την ολοκλήρωση του ανθρώπου, δηλαδή την θέωση του, ως πλήρη ένταξή του στην εν Χριστώ κοινωνία.Στην υπερφυσική της λειτουργία η καρδιά γίνεται χώρος ενεργοποίησης του νου. Στον γλωσσικό κώδικα της Ορθοδοξίας ο νους (στην Κ.Δ. ονομάζεται «πνεύμα» του ανθρώπου και «οφθαλμός της ψυχής») είναι ενέργεια της ψυχής, με την οποία ο άνθρωπος γνωρίζει τον Θεό, φθάνοντας στην θέα του Θεού ή θεοπτία. Βέβαια πρέπει να διευκρινήσουμε ότι η γνώση του Θεού δεν σημαίνει γνώση της αμέθεκτης και απρόσιτης θείας ουσίας, αλλά της θείας ενέργειας. Η διάκριση ουσίας και ενέργειας στον Θεό είναι η ουσιαστική διαφορά της Ορθοδοξίας από κάθε άλλη εκδοχή του Χριστιανισμού. Η ενέργεια του νου μέσα στην καρδιά ονομάζεται «νοερά λειτουργία» (noetic faculty) της καρδιάς. Διευκρινίζουμε, και πάλι, ότι Νους και Λόγος (Λογική) ορθόδοξα δεν ταυτίζονται, διότι η λογική ενεργείται στον εγκέφαλο, ενώ ο νους στην καρδιά. Η νερά λειτουργία πραγματώνεται ως αδιάλειπτη προσευχή (πρβλ. Α΄Θεσσ. 5,17) του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά (πρβλ. Γαλ. 4,6 · Ρωμ.8,26· Α΄Θεσσ. 5,19), και ονομάζεται από τους αγίους πατέρες μας «μνήμη Θεού». Έχοντας ο άνθρωπος μέσα στην καρδιά του τη «μνήμη του Θεού», ακούοντας δηλαδή στην καρδιά του την «φωνή» (Α΄ Κορ. 14,11ε. Γαλ. 4,6.κ.α.) έχει αίσθηση της «ενοικήσεως» του Θεού μέσα του (Ρωμ. 8,11). Ο Μ. Βασίλειος στη Β΄ επιστολή του λέγει, ότι η μνήμη του Θεού μένει αδιάλειπτη, όταν δεν διακόπτεται από τις γήινες φροντίδες, αλλά ο νους «αναχωρεί» προς τον Θεό. Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι ο ενεργούμενος από την θεία ενέργεια πιστός αποφεύγει τις αναγκαίες φροντίδες της ζωής, μένοντας στην απραξία ή σε κάποια εκ-στάση, αλλά την απελευθέρωση του νου από τις φροντίδες αυτές, με τις οποίες ασχολείται η λογική. Για να χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα που μας αγγίζει: Ένας επιστήμονας που έχει αποκτήσει και πάλι την νοερά λειτουργία, με την λογική ασχολείται με τα προβλήματα του, ενώ ο νους μέσα στην καρδιά διατηρεί αδιάλειπτη τη μνήμη του Θεού. Ο άνθρωπος που διασώζει και τα τρία παραπάνω μνημονικά συστήματα είναι ο Άγιος. Αυτός είναι ορθόδοξα ο υγιής (normal) άνθρωπος. Γι’ αυτό η θεραπεία της Ορθοδοξίας συνδέεται με την πορεία του ανθρώπου προς την αγιότητα.Η μη λειτουργία ή υπολετουργία της νοεράς ενέργειας του ανθρώπου είναι η ουσία της πτώσεως. Το περιβόητο «προπατορικό αμάρτημα» είναι ακριβώς η αστοχία του ανθρώπου, στην αρχή ακόμα της ιστορικής του παρουσίας, να διασώσει την μνήμη του Θεού, την κοινωνία δηλαδή με τον Θεό, στην καρδιά του. Σ’ αυτή την νοσηρά κατάσταση μετέχουν όλοι οι απόγονοι των πρωτοπλάστων, διότι δεν είναι κάποιο ηθικό, προσωπικό δηλαδή, αμάρτημα, αλλά νόσος της φύσεως του ανθρώπου («Νενόσηκεν ημών η φύσις την αμαρτίαν», παρατηρεί ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, †444 ) και μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο όπως η αρρώστια κάποιου δέντρου μεταδίδεται σε όσα άλλα προέρχονται από αυτό. Η αδρανοποίηση της νοεράς λειτουργίας ή της μνήμης του Θεού και η σύγχυσή της με την λειτουργία του εγκεφάλου, όπως συμβαίνει με όλους μας, υποδουλώνει τον άνθρωπο στο άγχος και στο περιβάλλον και στην εκζήτηση της ευδαιμονίας μέσα από τον ατομικισμό και της αντικοινωνικότητα. Στην κατάσταση της νόσου της πτώσεως ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τον Θεό και τον συνάνθρωπο για την κατοχύρωση της προσωπικής του ασφάλειας και ευτυχίας. Η χρήση του Θεού γίνεται με την «θρησκεία» (προσπάθεια απόσπασης της δύναμης του Θεού), που μπορεί να εκφυλιστεί σε αυτοθεοποίηση του ανθρώπου («αυτείδολον εγενόμην» λέει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης στον «Μέγαν Κανόνα» του). Η χρήση του συνανθρώπου και κατ' επέκταση της κτίσης γίνεται με την εκμετάλλευση της με κάθε δυνατό τρόπο. Αυτή, λοιπόν, είναι η νόσος, την οποία ζητεί να θεραπεύσει ο άνθρωπος, εντασσόμενος ολόκληρος [4] στο «πνευματικό θεραπευτήριο» της Εκκλησίας.
2. Σκοπός της παρουσίας της Εκκλησίας, ως εν Χριστώ κοινωνίας στον κόσμο, είναι η θεραπεία του ανθρώπου, με την αποκατάσταση της καρδιακής κοινωνίας του με τον Θεό, της νοεράς δηλαδή λειτουργίας. Κατά τον καθηγητή π. Ι. Ρωμανίδη «η πατερική παράδοσις δεν είναι ούτε κοινωνική φιλοσοφία, ούτε ηθικόν σύστημα, ούτε θρησκευτικός δογματισμός, αλλ’ είναι θεραπευτική αγωγή. Εις το σημείο αυτό ομοιάζει πολύ με την Ιατρική και κυρίως με την Ψυχιατρικήν. Η νοερά ενέργεια της ψυχής, που προσεύχεται νοερώς και αδιαλείπτως εις την καρδίαν, είναι ένα φυσιολογικό όργανον, που όλοι το έχουν και το οποίο χρειάζεται θεραπεία. Ούτε η φιλοσοφία, ούτε καμία των γνωστών θετικών ή κοινωνικών επιστημών δύναται να θεραπεύσει το όργανον αυτό [...] Δια τούτο ο αθεράπευτος δεν γνωρίζει ούτε καν την ύπαρξη αυτού του οργάνου».Η ανάγκη θεραπείας του ανθρώπου, κατά τα παραπάνω, είναι πανανθρώπινη υπόθεση, σχετιζόμενη πρώτα με την αποκατάσταση του κάθε ανθρώπου στη φυσική του ύπαρξη με την ενεργοποίηση και της τρίτης μνημονικής λειτουργίας. Επεκτείνεται όμως και στην κοινωνική παρουσία του ανθρώπου. Για να μπορεί ο άνθρωπος να κοινωνεί ως αδερφός με τον συνάνθρωπό του, πρέπει η ιδιοτέλειά του, που λειτουργεί τελικά ως φιλαυτία, να μεταβληθεί σε ανιδιοτέλεια (πρβλ Α΄ Κορ. 13,8: «η αγάπη... ου ζητεί τα εαυτής». Ανιδιοτελής είναι η αγάπη του Τριαδικού Θεού (Ρωμ.5,8· Α΄ Ιωαν.5,7 ε.), που δίνει τα πάντα χωρίς αντάλλαγμα. Γι’ αυτό και το κοινωνικό ιδανικό της χριστιανικής Ορθοδοξίας δεν είναι η «κοινοκτημοσύνη», αλλά η «ακτημοσύνη», ως αυτοπαραίτηση από κάθε απαίτηση. Διότι μόνον τότε είναι δυνατή η δικαιοσύνη.Η μέθοδος θεραπείας, που προσφέρεται από την Εκκλησία, είναι η πνευματική ζωή, ως ζωή εν Αγίω Πνεύματι. Η πνευματική ζωή βιώνεται ως άσκηση και μετοχή στην παρεχόμενη μέσω των μυστηρίων άκτιστη Χάρη. Η άσκηση είναι βιασμός της αυτονομημένης και νεκρωμένης από την αμαρτία φύσεώς μας, που πορεύεται προς τον πνευματικό ή αιώνιο θάνατο, τον αιώνιο δηλ. χωρισμό από την Χάρη του Θεού. Η άσκηση αποβλέπει στη νίκη πάνω στα πάθη, για να νικηθεί η εσωτερική δουλεία στις νοσογόνες εστίες του ανθρώπου και να μετάσχουμε στο σταυρό του Χριστού και στην ανάστασή του. Ο Χριστιανός ασκούμενος υπό την καθοδήγηση του Θεραπευτή- Πνευματικού του, γίνεται δεκτικός της Χάρης που δέχεται με την μετοχή του στην μυστηριακή ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. Χριστιανός ανάσκητος δεν μπορεί να υπάρξει, όπως δεν υπάρχει θεραπευμένος άνθρωπος, που δεν τηρεί τη θεραπευτική αγωγή, που του όρισε ο γιατρός του.3. Τα παραπάνω οδηγούν σε κάποιες σταθερές, που τεκμηριώνουν την ταυτότητα της χριστιανικής Ορθοδοξίας: α) Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, λειτουργεί ως θεραπευτήριο-Νοσοκομείο. Διαφορετικά δεν είναι Εκκλησία αλλά θρησκεία. Οι κληρικοί, εκλεγόταν αρχικά από τους θεραπευμένους, για να λειτουργούν ως θεραπευτές. Η θεραπευτική λειτουργία της Εκκλησίας σώζεται σήμερα κυρίως στις Μονές, που αντέχοντας ακόμη στην εκκοσμίκευση (secularism) συνεχίζουν την Εκκλησία των Αποστολικών χρόνων.β) Οι επιστήμονες της Εκκλησιαστικής θεραπείας είναι ήδη θεραπευμένοι. Όποιος δεν έχει εμπειρία της θεραπείας δεν μπορεί να είναι θεραπευτής. Αυτή είναι η ουσιαστική διαφορά μεταξύ ποιμαντικής θεραπευτικής και ιατρικής επιστήμης. Οι επιστήμονες της ιατρικής θεραπευτικής (Πατέρες και Μητέρες) αναδεικνύουν άλλους θεραπευτές, όπως οι Καθηγητές της Ιατρικής αναδεικνύουν τους διαδόχους τους. γ) Ο περιορισμός της Εκκλησίας στην απλή συγχώρηση αμαρτιών για την είσοδο μετά θάνατον στον παράδεισο συνιστά αλλοτρίωση και ισοδυναμεί με το να συγχωρεί η ιατρική επιστήμη τον ασθενή, για να θεραπευθεί μετά θάνατον! Η Εκκλησία δεν μπορεί να στείλει κάποιον στον παράδεισο ή στην κόλαση. Παράδεισος και κόλαση, άλλωστε, δεν είναι τόποι, αλλά τρόποι υπάρξεως. Η Εκκλησία, θεραπεύοντας τον άνθρωπο, τον προετοιμάζει να βλέπει τον Χριστό αιώνια μέσα στο άκτιστο Φώς Του ως παράδεισος και όχι ως κόλαση, δηλαδή «πυρ καταναλίσκον» (Εβρ. 12,29). Και αυτό, φυσικά, αφορά σε κάθε άνθρωπο, διότι ΟΛΟΙ οι άνθρωποι θα βλέπουν αιώνια τον Χριστό, ως «Κριτή» του κόσμου.
δ) Η εγκυρότητα της επιστήμης τεκμηριώνεται από την επίτευξη των στόχων της (π.χ. στην ιατρική, από τη θεραπεία του ασθενούς). Έτσι, διαφοροποιείται η αυθεντική επιστημονική ιατρική από τον κομπογιαννιτισμό. Κριτήριο της ποιμαντικής θεραπευτικής της Εκκλησίας είναι η επίτευξη της πνευματικής θεραπείας, με το άνοιγμα της πορείας προς την θέωση. Η θεραπεία δεν μετατίθεται στην μεταθανάτια ζωή, αλλά συντελείται στη ζωή του ανθρώπου σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο (hinc et nunc). Αυτό διαπιστώνεται από τα άφθαρτα λείψανα των Αγίων, που νικούν την βιολογική φθορά, όπως αυτά των Αγίων της Επτανήσου: Σπυρίδωνος, Γερασίμου, Διονυσίου και Θεοδώρας της Αυγούστας. Τα άφθαρτα ιερά λείψανα είναι στη παράδοση μας οι αδιαφιλονείκητες τεκμηριώσεις της θεώσεως, της ολοκληρώσεως δηλαδή της ασκητικής θεραπευτικής της Εκκλησίας. Θα παρακαλούσα δε τον ιατρικό κόσμο της Χώρας μας να προσέξει ιδιαίτερα την περίπτωση των ακεραίων ιερών λειψάνων, διότι όχι μόνο δεν έχουν δεχτεί επιστημονική επέμβαση, αλλά φανερώνεται σ’ αυτά η ενέργεια της θεϊκής Χάρης, διότι τη στιγμή ακριβώς που αρχίζει η διάλυση του κυτταρικού συστήματος, σταματά αυτόματα και αντί δυσοσμίας εκπέμπεται ευωδία. Περιορίζομαι στα ιατρικά συμπτώματα, και δεν επεκτείνομαι στα θαύματα ως αποδείξεις της θεώσεως διότι ανήκουν σε άλλη σφαίρα.ε) Τα ιερά κείμενα της Εκκλησίας (Γραφή, συνοδικά και πατερικά κείμενα) δεν κωδικοποιούν κάποια Χριστιανική ιδεολογία, αλλά έχουν θεραπευτικό χαρακτήρα λειτουργώντας όπως τα πανεπιστημιακά συγγράμματα στην ιατρική επιστήμη. Αυτό ισχύει και για τα λειτουργικά κείμενα, λ.χ. τις Ευχές. Η απλή ανάγνωση μιας Ευχής (προσευχής), χωρίς παράλληλη ένταξη του πιστού στη θεραπευτική διαδικασία της Εκκλησίας, δεν θα διέφερε από την περίπτωση που ο ασθενής καταφεύγει στον γιατρό με ισχυρούς πόνους, και εκείνος αντί να επέμβει δραστικά, περιορίζεται στο να τον ξαπλώσει στο χειρουργικό κρεβάτι και να του διαβάσει το σχετικό με τη νόσο του κεφάλαιο.Αυτή με λίγα λόγια είναι η Ορθοδοξία. Δεν έχει σημασία αν την αποδέχεται κανείς ή όχι. Αναφερόμενος όμως σε επιστήμονες προσπάθησα, ως εν επιστήμη συνάδελφος, να απαντήσω επιστημονικά στο ερώτημα «τι είναι η Ορθοδοξία». Κάθε άλλη εκδοχή για τον Χριστιανισμό συνιστά παραποίηση και διαστροφή του, έστω και αν θέλει να προβάλλεται σαν Ορθοδοξία.

Δεν είναι η Εκκλησία αυτό που νομίζουμε (Αρχιμ. Βασίλειος Ιβηρίτης)

Δεν είναι η Εκκλησία αυτό που νομίζουμε (Αρχιμ. Βασίλειος Ιβηρίτης)

Δεν είναι η Εκκλησία αυτό που νομίζουμε. Μας πήραν μωρά παιδιά από τον μαστό της μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας έμαθαν άλλα. Μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας. Μας έκοψαν από τις ρίζες. Μας χώρισαν από την Παράδοση. Μας απομάκρυναν από το σπίτι μας. Μας έκαμαν αλλοδαπούς στον τόπο μας. Βάλθηκαν να μας ξεμάθουν τη μητρική μας γλώσσα, τη γλώσσα της Ορθοδοξίας, τη μητρική γλώσσα του ανθρώπου.
Ποιοι; Όσοι θέλησαν δια της βίας να μας σώσουν: οι διαφωτιστές, προπαγανδιστές, Βαυαροί, μασόνοι... μέχρι σήμερα. Μαζί μ΄ αυτούς, όλοι όσοι θεωρήσαμε τα φώτα τους φώτα, τον πολιτισμό τους πρόοδο. Και έτσι, στα τυφλά, χωρίς διάκριση πνευματική, πήραμε το καθετί απ΄ αυτούς, σαν ανώτερο, καλύτερο, πολιτισμένο (σε τέχνη, δίκαιο, διοργάνωση ζωής, αρχιτεκτονική, μουσική...). Και βασανίζεται το είναι μας. Απορρίπτει ο οργανισμός μας ένα-ένα τα μεταμοσχευθέντα ξένα μέλη. Και συνέχεια μας μεταμοσχεύουν βιαίως νέα, τα οποία αποβάλλονται, και φανερώνεται με την προσωπική του συμπεριφορά ποιος είναι ο βαθύτερος χαρακτήρας του λειτουργημένου λαού μας.Δεν είναι η Εκκλησία αυτή που νομίζουμε. Δεν είναι αυτή που χτυπάμε, αυτή που βαλθήκαμε να καταστρέψωμε. Δεν έχει σχέση η Ορθοδοξία με «μεσαιωνισμούς», «μυστικισμούς», «κληρικαλισμούς», «σχολαστικισμούς» που ακούμε. Τόσοι δυτικοθρεμμένοι νομίζουν ότι σε Δύση και Ανατολή όλοι οι όροι έχουν το ίδιο περιεχόμενο. Και προσπαθούν να μας ελευθερώσουν από αρρώστιες που δεν περάσαμε. Και μας αρρωσταίνουν με τις θεραπείες τους. Και μας περιπλέκουν με τις λύσεις τους.
Δεν αρνούμαστε ότι υπήρξαν ανθρώπινες αδυναμίες. Υπήρξαν και υπάρχουν αδύνατοι, με πτώσεις και ελαττώματα. Αυτό κάνει ακόμα πιο συμπαθή την ίδια την Ορθοδοξία, και αναδεικνύει την ανοχή της αγάπης της και την αλήθεια του μηνύματός της.
Το θέμα το μεγάλο είναι να γνωρίσουμε την Εκκλησία την Ορθόδοξη, που αγνοούμε. Τη μία, αμόλυντη, άφθορη, άχραντη καρδιά της. Αυτήν που αποτελεί το βαθύτατο και πιο αληθινό είναι μας. Αυτή με την οποία έχομε πολύ μεγαλύτερη σχέση απ΄ ότι νομίζουμε. Αυτή που ξέρομε βαθύτερα, χωρίς να το καταλαβαίνωμε. Αυτή που πάμε ασυνείδητα να βρούμε αρνούμενοί την, γιατί αγνοούμε την αλήθεια της, τη θεανθρωπία της, τη δόξα της ταπεινώσεώς της.
Ότι πολύτιμο ζητούν όλοι οι αληθινοί αναζητητές βρίσκεται μέσα εδώ. Όχι αποσπασματικά, επί μέρους ή φανταστικά, αλλά εν όλω έργω και αληθεία.
Αυτή είναι κατάλληλη για τα μικρά παιδιά, τις απλές γριούλες και τους πιο απαιτητικούς αναζητητές, που θέλουν να δουν τον Θεό όχι όσο μπορούν, αλλ΄ όπως ο Θεός είναι.
Υπάρχει μια θεολογία που φτάνει στην απόφαση (αποφατικότητα), την άρνηση, που δεν πάει παραπέρα, που άνθρωπος στη γη δεν μπορεί να ξεπεράσει. Και μια χάρη άκτιστη, αόρατη, ακατάληπτη, που έρχεται στον άνθρωπο, στην κτίση. Και νεουργεί και θεουργεί το ανθρώπινο.
Δεν είναι η θεολογία σχολαστικισμός, ούτε η πνευματική ζωή πουριτανισμός.
Γνωρίζοντας την Ορθοδοξία, αυτή που είναι, ισορροπούμε· μπορούμε όλους να δούμε με στοργή. Από όλους να βοηθηθούμε. Και όλους με τη χάρη του Θεού να βοηθήσωμε.
Το να γίνωμε Ορθόδοξοι δεν σημαίνει κάπου να κλειστούμε, αλλά κάπου να αναχθούμε: να βγούμε στο ύψος του σταυρού της αγάπης.
Αν ήταν η θεολογία της Εκκλησίας μας αυτή που νομίζει ο πολύς κόσμος, αυτή που διδάχτηκε στα κρατικά πανεπιστήμια· ή αν ήταν η ευσέβειά της ο έξωθεν εισαχθείς στείρος πιετισμός, σας ομολογούμε ότι δεν θα σας λέγαμε τίποτε. (Δεν θα είχαμε καμιά ελπίδα· ίσως ούτε ευθύνη.)
Τώρα μπορούμε να σας πούμε λόγο παρήγορο και σκληρό (λέγεται μόνος του):
Η θέση μας είναι προνομιακή και επικίνδυνη. Έχει καθοριστεί απ΄ αυτούς που μας γέννησαν, και δεν μπορούμε να κάνωμε ότι μας κατέβει.
Δεν μπορούμε ατιμωρητί οι Ορθόδοξοι Έλληνες να παιδιαρίζωμε, στηριζόμενοι σ΄ οποιαδήποτε δικαιολογία ή, περισσότερο, να αυθαδιάζωμε.
Αν αυτοί που προηγήθηκαν ημών και έζησαν και τάφηκαν σε τούτα τα χώματα, αυτοσχεδίαζαν κάνοντας το κέφι τους, τότε θα μπορούσαμε και εμείς να συνεχίσωμε αυτοσχεδιάζοντας.
Αν όμως έζησαν διαφορετικά· αν αποφάσισαν να πεθάνουν, και έτσι έζησαν· αν ο τρόπος της ζωής τους ήταν απόφαση θανάτου· αν όλη τους η δημιουργία, το ήθος, ο λόγος, τα έργα, η μορφή, η χειρονομία, το ορατό και αόρατο εξ αυτών είναι γεννημένο εκ του θανάτου, από τη θυσία όλων, για να γεννηθεί κάτι καλύτερο, άλλης φύσεως, άλλης υφής, για τους άλλους, για μας όλους· τότε δεν μπορούμε ατιμωρητί να αυτοσχεδιάζωμε, να κάνωμε πρόβες, να παίζωμεν εν ου παικτοίς.
Αν δεν έχτιζαν την Αγια-Σοφιά όπως την έχτισαν, να χωρά τον κάθε άνθρωπο και την οικουμένη.
Αν δεν είχαν φτιάξει το Άγιον Όρος όπως το έφτιαξαν, για να σώζεται όλος ο άνθρωπος και να αδελφώνονται οι λαοί.
Αν δεν είχε θεολογήσει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς όπως θεολόγησε, ανακεφαλαιώνοντας την πείρα και τη ζωή της Ορθοδοξίας, σβήνοντας τη δίψα του σημερινού βασανισμένου νέου ανθρώπου.
Αν δεν είχαν αγωνιστεί, κλάψει, υπομείνει, προσευχηθεί, θυσιαστεί τόσοι άγνωστοι στα βουνά, στα νησιά και στις πόλεις. Αν δεν είχαν στα τραγούδια, στη ζωή και στα ήθη τους αυτή την ανθρωπιά που σε σφάζει.
Αν δεν ήσαν γενάρχες του νέου Ελληνισμού ένας άγιος Κοσμάς και ένας Μακρυγιάννης.
Αν δεν υπήρχαν όλα αυτά στο αίμα μας, τότε θα μπορούσαμε να κάνωμε ότι μας κατέβει.
Τώρα δεν είναι έτσι. Τώρα βρισκόμαστε εν τόπω και χρόνω αγίω. Δεν μπορούμε να είμαστε επιπόλαιοι. Δεν ανήκομε στον εαυτό μας. Ανήκομε σ΄ αυτούς που μας γέννησαν, και σ΄ όλο τον κόσμο. Είμαστε χρεωμένοι με πνευματική κληρονομιά. Δεν μας σώζει καμιά δικαιολογία. Και όλα να τα πετάξωμε από το σχολείο, τα αρχαία, τα νέα, τα ιερά και τα όσια, δεν μπορούμε να δικαιολογηθούμε σε κανέναν, να απαλλαγούμε, ούτε να ξεχάσωμε το χρέος μας. Δεν μπορούμε να στοιχειοθετήσωμε κανένα άλλοθι.
Θα έχωμε να αντιμετωπίσωμε αυτούς που προηγήθηκαν και αυτούς που έρχονται.
Τα ψεύτικά μας καμώματα θα μας πετάξουν κατά πρόσωπο. Γιατί κάποτε θα ξυπνήσουν αυτοί οι μικροί, που θα πούνε όχι στο ψέμα, στην επιπολαιότητα, στην παραχάραξη, στην πλαστογραφία, στην προδοσία, που χαλκεύεται εγκληματικά και θρασύδειλα με εκπαιδευτικά προγράμματα, αναγνωστικά βοηθήματα, οπτικοακουστικές εκπομπές.
Και αυτοί που θα πουν όχι θα έχουν απροσδιόριστες δυνάμεις που ξεπερνούν αυτούς τους ίδιους. Θα είναι μαζί τους τα πνεύματα των περασμένων και τα διψασμένα παιδιά όλου του κόσμου.
Αυτό που εδώ υπάρχει ανήκει σε όλους. Αυτό που κληροδοτήθηκε καθορίζει τη συμπεριφορά μας.
Η Αλήθεια, που εσαρκώθει δια της παναχράντου και αειπαρθένου Μαρίας, που απέθανε και ανέστη και συνανέστησε την οικουμένη και συνέστησε την Εκκλησία σώμα Χριστού. Η Χάρις που αγιάζει όλο το είναι του ανθρώπου. Η Εκκλησία που βαφτίζει όλο τον άνθρωπο εις τα απύθμενα βάθη του μυστηρίου της ζωής του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που αγιάζει όλες τις αισθήσεις.
Αυτή η Χάρις, που μπήκε μέχρι μυελού στα οστά του πιστού λαού μας, που υφαίνει τη ζωή μας και την κάνει άνωθεν υφαντή με τα στοιχεία της ύλης...
Όλο το πνευματικό σώμα της ζωής μας έχει μηνύματα που ανήκουν σ΄ όλους, που τα περιμένουν όλοι, μέχρις εσχάτου της γης. Και είμαστε χρεώστες προς όλους. Και μας έχουν κατ΄ ανάγκη βάλει αυτοί που μας γέννησαν κατά σάρκα και κατά πνεύμα σ΄ ένα ορισμένο επίπεδο. Και δεν μπορούμε να υποστείλωμε τη σημαία, να μετριάσωμε το χρέος, να ξεκουραστούμε σε άλλο χώρο, με άλλο τρόπο, παρά μόνο πάνω σε σταυρό θυσίας.

21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξάριον)

21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Ιουλιανής, των Αγίων 500 Μαρτύρων, των Αγίων 130 Γυναικών, Θεμιστοκλή, Πέτρου Θαυματουργού

Η Αγία Ιουλιανή


Οι γονείς της Ιουλιανής ήταν ειδωλολάτρες και θέλησαν να τη μνηστεύσουν με κάποιο διακεκριμένο αξιωματούχο της Αντιόχειας, τον Ελεύσιο. Αλλά η Ιουλιανή αρνήθηκε σθεναρά. Η άρνησή της κατέπληξε τους γονείς της, διότι μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν τους είχε φέρει καμιά αντίρρηση και ήταν υπάκουη κόρη. Ο Ελεύσιος με πληγωμένο εγωισμό ζητούσε εκδίκηση. Αφού ερεύνησε και παρακολούθησε για πολύ καιρό την Ιουλιανή, έμαθε ότι εν αγνοία των γονέων της είχε γίνει χριστιανή. Έτσι ο Ελεύσιος την κατήγγειλε στον έπαρχο, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να φυλακισθεί. Μέσα στη φυλακή, συνεχίστηκαν οι προσπάθειες να γίνει σύζυγος του Ελευσίου και να αποφύγει τον κίνδυνο του θανάτου. Αλλά η Ιουλιανή προτιμούσε να πεθάνει, παρά να πάρει ειδωλολάτρη σύζυγο. Τότε ο Ελεύσιος με διαταγή του έπαρχου και πολύ μίσος την μαστίγωσε ανελέητα. Έπειτα, έκαψε το πρόσωπό της με πυρακτωμένο σίδερο, και της είπε: "Πήγαινε τώρα στον καθρέπτη να καμαρώσεις την ομορφιά σου". Η δε Ιουλιανή, με ένα ελαφρό μειδίαμα του απάντησε: "Στην ανάσταση των δικαίων, στα πρόσωπα δε θα υπάρχουν πληγές και εγκαύματα. Θα υπάρχουν μόνο οι πληγές των ψυχών από την αμαρτία. Γι' αυτό, Ελεύσιε προτιμώ τώρα τις πληγές του σώματος, που είναι προσωρινές, παρά τις πληγές της ψυχής, που βασανίζουν αιώνια". Μετά από λίγο, το ξίφος του δημίου έκοψε το νεανικό κεφάλι της Ιουλιανής. Αργότερα ο Ελεύσιος, όταν βρέθηκε ναυαγός σε κάποιο άγνωστο νησί, βρήκε τραγικό τέλος, όταν τον κατασπάραξε ένα άγριο λιοντάρι.
Απολυτίκιο. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως νύμφη πανάμωμος, και αθληφόρος σεμνή, τω Λόγω νενύμφευσαι, του αθανάτου Πατρός, Ιουλιανή ένδοξε, συ γαρ φθαρτόν μνηστήρα, παριδούσα εμφρόνως, ήθλησας υπέρ φύσιν, και τον όφιν καθείλες. Και νυν ταις του νυμφίου σου, τρυφάς φαιδρότητι.
Οι Άγιοι 500 Μάρτυρες
Αυτοί πίστεψαν στον Χριστό δια της Αγίας Ιουλιανής και κατόπιν όλοι μαρτύρησαν δια ξίφους.

Οι Αγίες 130 Γυναίκες
Αυτές πίστεψαν στον Χριστό δια της Αγίας Ιουλιανής και στη συνέχεια όλες μαρτύρησαν δια αποκεφαλισμού.

Ο Άγιος Θεμιστοκλής (Εορτή Θεμιστοκλής)
Σήμερα η Εκκλησία τιμά την μνήμη του Αγίου Θεμιστοκλέους, ο οποίος καταγόταν από τα Μύρα της Λυκίας και έζησε την εποχή του αυτοκράτορα Δεκίου. Ήταν βοσκός στο επάγγελμα. την εποχή εκείνη ο Ασκληπιός, ο άρχοντας της Λυκίας, ξεκίνησε διωγμό κατά των χριστιανών και ο στόχος του ήταν να συλλάβει τον Άγιο μάρτυρα Διοσκουρίδη. Ο Διοσκουρίδης όμως κατέφυγε στο όρος όπου έβοσκε ο Θεμιστοκλής τα πρόβατά του. Οι άνθρωποι του άρχοντα κίνησαν και αυτοί προς το όρος όπου και συνάντησαν τον Θεμιστοκλή. Όταν ερωτήθηκε για την πίστη του δεν δίστασε ούτε στιγμή να ομολογήσει τον έναν και μοναδικό Θεό. Οι στρατιώτες ακούγοντας την ομολογία αυτή της πίστης του τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον άρχοντα Ασκληπιό. Παρ' όλο τις απειλές που δέχθηκε ο Άγιος έμεινε ακλόνητος στην πίστη του. Αυτό εξόργισε τον Ασκληπιό και διέταξε τον βασανισμό του. Ο Άγιος Θεμιστοκλής παρέδωσε το πνεύμα του πάνω στο μαρτύριο.

Ο Άγιος Πέτρος ο Θαυματουργός Μητροπολίτης πάσης Ρωσίας (Ρώσος)
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον Βίο του Αγίου.

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009

20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (συναξάριον)

20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
Ιγνατίου Θεοφόρου, Φιλογονίου Πατριάρχη, Ιωάννου Ράφτη, Ιωάννου Κρονστάνδης

Ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και Ιερομάρτυρας (εορτή Ιγνάτιος)
Ο χρόνος γέννησης και η εθνικότητα του Άγιου Ιγνατίου είναι ασαφή. Στο θρόνο της Αντιόχειας ο Ιγνάτιος ανέβηκε μεταξύ 68-70 μ.Χ. Ποίμανε σαν αποστολικός διδάσκαλος και στάθηκε φρουρός των ψυχών του ποιμνίου του. Όταν ο Τραϊανός διέταξε διωγμό κατά των Χριστιανών, θαρραλέα ο Ιγνάτιος, ενώ ο βασιλιάς περνούσε από την Αντιόχεια, παρουσιάστηκε μπροστά του και υπεράσπισε τα δίκαια της Εκκλησίας και την αλήθεια της χριστιανικής πίστης. Τότε ο Τραϊανός, διέταξε τη σύλληψη του Ιγνατίου και τη μεταφορά του στη Ρώμη. Οι χριστιανοί της Ρώμης σκόπευαν να τον απαλλάξουν από το μαρτύριο, αλλά ο Ιγνάτιος, με φλογερή δίψα προς το μαρτύριο, έγραψε σ' αυτούς να αφήσουν να γίνει το θέλημα του Θεού. Έτσι, την 20η Δεκεμβρίου του έτους 107 μ.Χ., τον έριξαν στο αμφιθέατρο, όπου πεινασμένα θηρία τον κατασπάραξαν. Διασώθηκαν μόνο τα μεγαλύτερα από τα οστά του, που μεταφέρθηκαν και τάφηκαν με τιμές στην Αντιόχεια. Αργότερα μετακομίσθηκαν στη Ρώμη (β’ ανακομιδή το 540 μ.Χ. και εναποτέθησαν στον Ιερό Ναό του Αγίου Κλήμεντος). Έτσι, ο Ιγνάτιος έμεινε μέχρι τέλους πιστός στη διδαχή του Χριστού, και "ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον πατέρα και τον υιόν έχει". Εκείνος δηλαδή, που μένει στη διδαχή του Χριστού, αυτός και τον Πατέρα και τον Υιό έχει, διότι αυτός έγινε ναός του Θεού και επομένως φέρει μέσα του το Θεό. Γι' αυτό και ο Ιγνάτιος επονομάσθηκε Θεοφόρος.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω έρωτι επτερωμένος, του σε ψαύσαντος, χερσίν αχράντοις, Θεοφόρος ανεδείχθης Ιγνάτιε, και εν τη Δύσει τελέσας τον δρόμον σου, προς την ανέσπερον λήξιν εσκήνωσας. Πάτερ Όσιε Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον. Ήχος γ’. Η Παρθένος σήμερον.
Των λαμπρών αγώνων σου, η φωτοφόρος ημέρα, προκηρύττει άπασι, τον εκ Παρθένου τεχθέντα, τούτου γάρ διψών εκ πόθου κατατρυφήσαι, έσπευσας υπό θηρίων αναλωθήναι, διά τούτο Θεοφόρος, προσηγορεύθης Ιγνάτιε ένδοξε.

Ο Όσιος Φιλογόνιος
Ο Όσιος Φιλογόνιος έζησε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Επιδόθηκε από την παιδική του ηλικία, στην εκμάθηση των ιερών γραμμάτων και έτσι αφιέρωσε τον εαυτό του στο Θεό. Τόσο η ευγλωττία του όσο και η αναμφισβήτητη ευσέβεια και χρηστότης του, έκαναν τους χριστιανούς της Αντιόχειας να τον αναδείξουν σε επίσκοπο της μεγάλης και περίλαμπρης πόλης τους. Ο Φιλογόνιος ήταν δικηγόρος, ασκούσε το επάγγελμά του με γνώμονα τα φιλανθρωπικά του αισθήματα. Οπότε μπορούσε, υπεράσπιζε τους συνανθρώπους του που είχαν αδικηθεί και ήταν αδύναμοι απέναντι στους καταπιεστές ειδωλολάτρες. Ο Χρυσόστομος μας πληροφορεί ότι ο επίσκοπος Αντιόχειας, ο Φιλογόνιος, ήταν έγγαμος και είχε μία θυγατέρα όταν χειροτονήθηκε. Η οικογένειά του όμως δεν τον εμπόδισε να διατελέσει μεγάλο φιλανθρωπικό έργο και να αφιερωθεί στο ποίμνιό του. Ο Όσιος Φιλογόνιος παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο εν ειρήνη.

Ο Άγιος Ιωάννης ο ράφτης Νεομάρτυρας από τη Θάσο
Το ηρωικό αυτό παιδί, γεννήθηκε στο χωριό Μαρίαις του νησιού Θάσου. Σε ηλικία 14 ετών ήλθε στην Κωνσταντινούπολη και μάθαινε την τέχνη του ράφτη στο Γαλατά. Κάποτε πήγε σ' ένα κατάστημα Εβραίου εμπόρου για ν' αγοράσει κλωστές και φιλονίκησε μ' αυτόν. Ο Εβραίος βρήκε την ευκαιρία την ώρα που ο Χότζας βρισκόταν πάνω στον μιναρέ, κατηγόρησε τον Ιωάννη ότι βρίζει την πίστη και το προσκύνημα των Τούρκων. Όταν το παιδί οδηγήθηκε μπροστά στον βεζίρη και πιεζόταν ν' αρνηθεί τον Χριστό, με γενναιότητα απάντησε: "Δεν θ' αρνηθώ ποτέ τον γλυκύτατο μου Ιησού Χριστό, και αν ακόμα μύρια βάσανα μου κάνετε και το βασίλειο σας όλο μου χαρίσετε". Βλέποντας ο βεζίρης την αμετάθετη γνώμη του παιδιού, διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Έτσι στην τοποθεσία "Τσαρσί των γουναράδων" ο δήμιος έκοψε μαρτυρικά λίγο-λίγο το κεφάλι του ηρωικού παιδιού στις 20 Δεκεμβρίου 1652. Τον βίο του Αγίου συνέγραψε ο Ιωάννης Καρυοφύλλης και ο Μελέτιος Συρίγου.

Ο Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης (Ρώσος)

Στοιχεία για τη ζωή του παίρνουμε από το βιβλίο "ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΝΣΤΑΝΔΗΣ" του επισκ. Αλεξάνδρου Σεμενώφ - Τιάν - Σάνσκυ, που το μετέφρασε ο Αρχιμ. Τιμόθεος Καθηγούμενος της Ι. Μονής Παρακλήτου Ωρωπού και το εξέδωσε η ίδια η Μονή. Αυτός ο άγιος Ιωάννης λοιπόν, γεννήθηκε Στις 18 Οκτωβρίου του 1829 στο χωριό Σούρα του νομού Αρχάγγελσκ και το πρώτο του όνομα ήταν Ιβάν 'Ηλιτς Σέργιεφ. Οι γονείς του ονομάζονταν Ηλίας Μιχαήλοβιτς Σέργιεφ και ήταν Ιεροψάλτης, η δε μητέρα του Θεοδώρα Βλάσιεθνα. Στην αρχή τα γράμματα τα "έπαιρνε" δύσκολα, αλλά κατόπιν προχώρησε και με κρατική υποτροφία. Το 1851, μπήκε στη Θεολογική Ακαδημία της Πετρούπολης. Μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή, παντρεύτηκε την Ελισάβετ Κωνσταντίνοβα και του πρότειναν να αναλάβει θέση Ιερέα στον καθεδρικό ναό της Κρονστάνδης αφιερωμένο στον Αγ. Ανδρέα τον Πρωτόκλητο. Στις 11 Νοεμβρίου 1855 έγινε η χειροτονία του σε διάκονο και την επομένη σε πρεσβύτερο. Χειροτονήθηκε στην Πετρούπολη από τον επίσκοπο Βιννίσκυ Χριστόφορο στο ναό των Αγίων Πέτρου και Παύλου. Από 'κει και πέρα αρχίζει μια τέτοια πνευματική ανοδική πορεία, που είναι αδύνατο να περιγράψει κανείς μέσα σε λίγες γραμμές. Υπήρξε φωτεινό παράδειγμα λειτουργού Ιερέως, άριστος ποιμένας αφού ίδρυσε πολλά ευαγή ιδρύματα και έδωσε όλο του τον εαυτό στη βοήθεια των συνανθρώπων του. Επίσης συνέγραψε πολύ πνευματικά έργα και ο Θεός του είχε δωρίσει το χάρισμα να θαυματουργεί δια των θερμών του προσευχών. Πέθανε στις 7.40 το πρωί της 20ης Δεκεμβρίου του 1908 σε ηλικία 80 χρονών, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο πνευματικό αλλά και υλικό έργο για το ποίμνιο του.